Όταν πήγαινε στο σχολείο και χρειαζόταν να έρθει εκείνη στο σχολείο ο Γιώργος εξαφανιζόταν. Να μην την συναντήσει. Να μην τον δουν οι συμμαθητές του μαζί της. Επειδή όλοι θα τον κορόιδευαν.
"Η μονόφθαλμη" θα του έλεγαν.
Βλέπεις η κυρία Τασία είχε μόνο ένα μάτι. Η θέση του άλλου ματιού ήταν πάντα κλειστή. Σαν τάφος.
"Σου έχω πει να μην έρχεσαι στο σχολείο! Τι δεν καταλαβαίνεις;" της έλεγε κάθε φορά και κλεινόταν στο δωμάτιο του χτυπώντας πίσω του την πόρτα. Ίσια στο πρόσωπο της.
Ένα πρωινό καθώς ο μικρός πήγε στη κουζίνα για το πρωινό του, την είδε να κλαίει ήσυχα. Σαν απαλή βροχούλα.
Δίχως να της μιλήσει βγήκε από τη κουζίνα. Επέστρεψε στο δωμάτιό του. Εκεί υποσχέθηκε στον εαυτό του να γίνει μεγάλος, επιτυχημένος. Να ξεφύγει από την μονόφθαλμη μάνα του και την μεγάλη φτώχεια τους.
Ο Γιώργος εργάστηκε σκληρά. Μετακόμισε σε άλλη πόλη. Εγινε πετυχημένο στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας. Παντρεύτηκε. Έχει δυο παιδιά και ζει σε ένα σπίτι που δεν του θυμιζει καθόλου της μητέρας του.
Μια μέρα χτύπησε η πόρτα. Ο Γιώργος άνοιξε. Στη θέα της μάνας του έγινε έξαλλος.
«Τι θέλεις; Δεν έχεις καμιά δουλειά εδώ! Τ ακούς;» της είπε «Καμία»
«Συγνώμη, μάλλον έκανα λάθος στο σπίτι» του είπε και έφυγε.
«Ευτυχώς δεν με γνώρισε» σκέφτηκε ο Γιώργος
Τον επόμενο μήνα μετά από την συγκέντρωση των παλιών συμμαθητών πέρασε για λίγο από το μέρος που αποκαλούσε το σπίτι της μάνας του. Την βρήκε να είναι πεσμένη στο πάτωμα. Δεν της χάρισε ούτε ένα του δάκρυ. Έσκυψε και βρήκε δίπλα της ένα κομμάτι χαρτί. Ο Γιώργος διάβαζε
«Γιέ μου, μου είναι πολύ δύσκολο να έρχομαι στο σπίτι σου να σε βλέπω. Μόλις έμαθα ότι γίνεται στο σχολείο συγκέντρωση των συμμαθητών σου σκέφτηκα να έρθω να σε δω. Όμως σταμάτησα. Δεν ηθελα να συνεχίσω να σε φέρνω σε δύσκολη θέση με το μάτι μου. Να σε προσβάλλω. Όταν ήσουν πολύ μικρός είχες κάποιο ατύχημα. Οι γιατροί είπαν ότι πρέπει να σου αφαιρέσουν το μάτι σου. Σου έδωσα το δικό μου. Ο γιος μου είπα πρέπει να βλέπει όλον τον κόσμο και όχι τον μισό. Όταν μεγάλωσες και με μάλωνες και με έδιωχνες έλεγα μέσα μου οτι κατά βάθος με αγαπά. Παρηγοριόμουν. Πόσο θα ήθελα να ήσουν μικρούλης πάλι και να σε είχα να τριγυρνάς κοντά μου. Μου λείπεις γιε μου. Είσαι ό,τι πιο πολύτιμο έχω στη ζωή μου»
Ο Γιώργης για πρώτη φορά στη ζωή του δάκρυσε για τον άνθρωπο που έδωσε την ζωή της για κείνον. Την μάνα του.
του Δημήτρη Καραβασίλη
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου