Από τη στιγμή που ένα παιδί γεννιέται, οι γονείς του μεριμνούν για την ασφάλεια, την υγεία και τη σωστή ανάπτυξή του. Όταν το παιδί είναι ακόμα μικρό, οι γονείς συχνά το οριοθετούν για λόγους ασφαλείας, όπως για παράδειγμα όταν δεν το αφήνουν να πιάσει το ανοιχτό μάτι της κουζίνας ή να ακουμπήσει ένα αιχμηρό αντικείμενο. Όταν όμως το παιδί μεγαλώνει, αρχίζουν να τίθενται όρια που αφορούν θέματα της συμπεριφοράς του, όπως όταν γίνεται επιθετικό. Επίσης, αρχίζουν να μπαίνουν όρια και κανόνες που αφορούν τις ώρες ύπνου, το ντύσιμο, το διάβασμα, την τηλεόραση και πολλά άλλα. Οι ανάγκες για οριοθέτηση είναι συνεχείς.
Οι περισσότεροι γονείς παραδέχονται ότι είναι πολύ σημαντικό να θέτουν όρια, εντούτοις ένα από τα δυσκολότερα εγχειρήματά τους είναι να βάλουν σε πράξη αυτήν την παραδοχή και μάλιστα με τρόπο σταθερό και αποτελεσματικό. Με ποιο κριτήριο όμως πρέπει να βάζουν όρια; Πώς θα ξέρουν αν γίνονται υπερβολικά αυστηροί και πώς θα πρέπει να χειρίζονται το παιδί τους όταν δεν τους ακούει;
• Αρχικά, αυτό που πρέπει οπωσδήποτε ένας γονιός να θυμάται είναι ότι η καλύτερη βάση πάνω στην οποία θα πρέπει να πατήσει για να βάλει όρια στο παιδί του, είναι η εγκαθίδρυση μιας καλής σχέσης μεταξύ τους. Μόνο μία σχέση που διέπεται από αγάπη, αποδοχή και αλληλοσεβασμό θα μπορέσει να αντέξει τις συγκρούσεις που αναπόφευκτα θα έρθουν όταν το παιδί θα προσπαθήσει να υπερβεί τα όρια.
• Τα όρια πρέπει να μπαίνουν ανάλογα με το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού. Δεν μπορούμε να έχουμε τις ίδιες απαιτήσεις από ένα παιδί δύο ετών και από ένα παιδί οχτώ ετών. Επίσης, οι οδηγίες που θα δώσουμε σε ένα μικρότερο παιδί πρέπει να είναι απλές και σύντομες, ενώ σε ένα μεγαλύτερο παιδί οι οδηγίες συνήθως προκύπτουν μετά από διαπραγμάτευση και διάλογο με το ίδιο.
• Η ιδιοσυγκρασία του παιδιού πρέπει να λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να είμαστε σίγουροι ότι οι συνέπειες που θα έχει το παιδί από τη μη τήρηση των ορίων θα έχουν αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, ένα παιδί που θα χτυπήσει τον αδερφό του μπορεί να μην το νοιάξει αν στερηθεί το αγαπημένο του παιχνίδι για λίγη ώρα, αλλά να το νοιάξει αν στερηθεί το γλυκό που του είχαμε πάρει. Σε ένα άλλο παιδί μπορεί να συμβεί το αντίθετο.
• Προσοχή στα διπλά μηνύματα. Οι γονείς είμαστε πρότυπα προς μίμηση για το παιδί μας. Έτσι, θα πρέπει να προσέχουμε να μην κάνουμε εμείς οι ίδιοι αυτό που του έχουμε απαγορέψει. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να του λέμε να μη χτυπάει τα άλλα παιδιά, αλλά ταυτόχρονα να ασκούμε εμείς σωματική βία για να επιβάλουμε την τάξη.
• Βάζουμε όρια με μέτρο. Ειδικότερα σε ένα μεγαλύτερο παιδί πρέπει να αφήνουμε κάποιες πρωτοβουλίες, ώστε αφενός να γίνει σταδιακά πιο αυτόνομο και αφετέρου να μη διαταραχτούν οι σχέσεις μας από τις συνεχείς απαγορεύσεις. Εξάλλου, αν απαγορεύουμε ακόμα και τα πιο επουσιώδη, τι θα κάνουμε αν πρέπει να βάλουμε όρια σε κάτι πραγματικά σοβαρό και το παιδί όντας καταπιεσμένο δε μας ακούσει και αντιδράσει;
• Δεν πρέπει να κάνουμε γενικεύσεις σε περίπτωση που το παιδί δεν καταφέρει να κρατήσει τα όρια που του έχουμε βάλει. Εκτός από τη συνέπεια που το παιδί έτσι κι αλλιώς θα έχει, αφού δε συμπεριφέρθηκε σύμφωνα με τους κανόνες, αν αρχίσουμε για παράδειγμα να λέμε «ποτέ δε θα τα καταφέρεις να …» ή « πάντα τα ίδια κάνεις…» θα δημιουργηθούν στο παιδί αισθήματα θυμού, απόρριψης και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
• Τέλος, δεν ξεχνάμε να επιβραβεύουμε τις επιθυμητές συμπεριφορές του παιδιού. Κάθε φορά που το παιδί παίζει όμορφα με τα αδέρφια του, που τρώει όλο του το φαγητό, που δε βαράει τους άλλους και γενικά κάθε φορά που κάνει κάτι επιθυμητό, το επιβραβεύουμε οπωσδήποτε λεκτικά , για να ξέρει ότι την προσοχή μας θα την έχει όχι όταν κάνει κάτι εκτός ορίων, αλλά όταν κάνει κάτι σωστό. Η επιβράβευση αυτή θα πρέπει να δίνεται αμέσως μόλις εκδηλώνεται η επιθυμητή συμπεριφορά και να είναι συγκεκριμένη, π.χ. «Μπράβο που έφαγες όλο σου το φαγητό!»
Ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες και σαφή όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο, αλλά ένα παιδί που αργότερα ως ενήλικας δε θα μπορέσει να προσαρμοστεί εύκολα στις απαιτήσεις της κοινωνίας. Από την άλλη, ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα υπερβολικά αυστηρό περιβάλλον, δυσκολεύεται να αναπτύξει ενδιαφέροντα, κλίσεις και προτιμήσεις, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και μπορεί μελλοντικά να εμφανίσει έντονα σημάδια ανυπακοής και αντίδρασης. Για να μπορέσει το παιδί να αποκτήσει αυτοπεποίθηση, αυτονομία και καλή προσαρμογή, χρειάζεται να υπάρχει μέτρο στην επιβολή ορίων από τους γονείς και συνέπεια στην τήρησή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου