Ο ρατσισμός περιγράφει ένα μεγάλο εύρος συμπεριφορών οι οποίες στρέφονται εναντίον ατόμων διαφορετικών εθνοτικών, θρησκευτικών, πολιτικών, κοινωνικών, σεξουαλικών ή άλλων ομάδων οι οποίες συνήθως είναι η μειονότητα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Το φαινόμενο του ρατσισμού έχει απασχολήσει την επιστημονική κοινότητα εδώ και πολλές δεκαετίες, καθώς τα ερωτήματα γύρω από την ανάπτυξη, την εκδήλωση και τις επιπτώσεις αυτών των συμπεριφορών είναι πολλά. Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα είναι ο αντίκτυπος που έχει η ρατσιστική συμπεριφορά στα θύματά του. Τι βλάβες μπορεί να προκαλέσει σε ένα άτομο η έκθεσή του επί μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα εχθρικό, ρατσιστικό περιβάλλον που στρέφεται εναντίον του;
Έρευνες στον χώρο είχαν βρει ότι τα άτομα που δηλώνουν ότι έχουν νοιώθουν θύματα τέτοιων συμπεριφορών στην καθημερινότητά τους, έχουν αυξημένες πιθανότητες να αντιμετωπίζουν ψυχικές διαταραχές, προσέχουν λιγότερο την υγεία τους και αναφέρουν περισσότερα προβλήματα υγείας [1] . Επίσης έχουν χαμηλότερα επίπεδα αυτοπεποίθησης και έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν αντικοινωνική συμπεριφορά. Όταν ο ρατσισμός λαμβάνει χώρα όχι απλά σε ατομικό αλλά σε ένα συστημικό επίπεδο (δηλαδή όταν ολόκληρη η κοινωνία στην οποία ζει κάποιος έχει ένα ρεπερτόριο συμπεριφορών και κανόνων που βάζουν το μειονοτικό άτομο σε μειονεκτική θέση) τα επίπεδα άγχους αυξάνονται, κάτι το οποίο μπορεί να επηρεάσει τη ζωή του ατόμου σε πολλαπλά επίπεδα. Οι ίδιες έρευνες έχουν δείξει ότι οι εγκυμονούσες που βιώνουν συστημικό ρατσισμό είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν προβλήματα κατά τη διάρκεια της γέννας σε σχέση με γυναίκες που δεν είναι θύματα συστημικής ρατσιστικής συμπεριφοράς.
Μια πρόσφατη μετα-έρευνα του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης η οποία εστίασε κυρίως στην βιβλιογραφία για τις επιπτώσεις του ρατσισμού στους νέους, βρήκε ότι ο αντίκτυπος των ρατσιστικών συμπεριφορών για τα άτομα των μειονοτικών ομάδων ξεκινούν ήδη από την εφηβική ηλικία [2] . Οι νέοι αυτοί αισθάνονται ξένοι, απομονωμένοι και σε πολλές περιπτώσεις πέφτουν θύματα ακόμη και σωματικής βίας από τους συνομήλικους τους, κάτι το οποίο έχει επιπτώσεις μεταξύ άλλων και στην ψυχική τους υγεία. Συγκεκριμένα, τα νεαρά θύματα ρατσιστικής συμπεριφοράς αναπτύσσουν πιο συχνά συμπτώματα κατάθλιψης, ενώ σε πολλές περιπτώσεις εκφράζουν έντονο άγχος. Όπως είναι εμφανές, η ρατσιστική συμπεριφορά έχει δραματικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των θυμάτων της σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες έρευνες έχουν γίνει στις ΗΠΑ, το Η.Β. και την Αυστραλία, πολυπολιτισμικές χώρες στις οποίες γίνονται ήδη προσπάθειες να περιοριστούν τα φαινόμενα ρατσισμού και να μειωθεί όσο είναι δυνατόν η συστημική ρατσιστική συμπεριφορά, προστατεύοντας τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των μειονοτικών ομάδων. Θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε τα ανάλογα αποτελέσματα σε λιγότερο πολυπολιτισμικές χώρες όπου οι μειονότητες αντιμετωπίζουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση από την υπόλοιπη κοινωνία.
Εισαγωγική Φωτογραφία
Βιβλιογραφία / Περισσότερες Πληροφορίες
- Paradies, Y. (2006). A systematic review of empirical research on self-reported racism and health. international Journal of Epidemiology, 35(4), 888-901 [PDF]
- Priest, N., Paradies, Y., Trenerry, B., Truong, M., Karlsen, S., & Kelly, Y. (2012). A systematic review of studies examining the relationship between reported racism and health and wellbeing for children and young people. Social Science & Medicine.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου