Σελίδες

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Γονείς τα μάτια στα παιδιά σας


Ό,τι και να αναφερθεί σχετικά με τη σχέση διαδικτύου  και παιδιού δεν θα ταρακουνήσει κανέναν τόσο πολύ, όσο η παρακάτω έρευνα που υλοποιήθηκε από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος  σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και τη χορηγία και υποστήριξη τηςVisa Europe .Η έρευνα παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και συμμετείχαν 524 παιδιά κυρίως κορίτσια ηλικίας 10=14 ετών και τα αποτελέσματά της θα πρέπει να μας αφυπνίσουν΄ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ..
Το διαδίκτυο ως ενήλικες  το χρησιμοποιούμε  μέσα από τον υπολογιστή, το tablet ή/και το κινητό μας ως μέσο ενημέρωσης,επικοινωνίας,ψυχαγωγίας. Τι συμβαίνει όμως με τα παιδιά;
Η   έρευνα που προανέφερα αφορά τη σχέση των παιδιών με το διαδίκτυο και εκπονήθηκε  με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ασφαλούς Πλοήγησης στο Διαδίκτυο.

ΜΕΡΙΚΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ.
  • Το 50% των παιδιών άρχισε να χρησιμοποιεί το διαδίκτυο σε ηλικία μικρότερη των 8 ετών;
  • Το 84,5% έχει λογαριασμό σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο;
  • Το 18% δήλωσε ότι έχει νιώσει κίνδυνο, φόβο, απειλή;

  • Ασχολίαστο δεν μπορεί να μείνει το ότι το από το 99,4% που το χρησιμοποιούν το  84,5% έχουν λογαριασμό σε κάποιο δίκτυο κοινωνικής δικτύωσης .ΤΟ 36% ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΤΟ FACE BOOK που  απαγορεύει σε ανήλικους τη χρήση αλλά από ότι φαίνεται τα παιδιά έχουν δώσει πλαστά στοιχεία  και αυτό σημαίνει πως πιθανόν και κάποιοι γονείς να μην το γνωρίζουν.


  • 'Ένα ποσοστό σχεδόν 30% έχει λογαριασμό στο instagram...Πολλοί γονείς δεν έχουν ιδέα του τι σημαίνει istagram .Μέσω του istagram  επιτρέπεται διαμοιρασμός και λήψη φωτογραφιών και αυτό  είναι η κύρια λειτουργία του.Εσείς ξέρετε αν το παιδί σας (και μιλάμε για ηλικίες 10-14)έχει λογαριασμό στο instagram και αν επίσης έχει ανεβάσει φωτογραφίες?. Μήπως ανήκετε σχεδόν στους μισούς γονείς 40% ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ τη δραστηριότητα του παιδιού τους στο διαδίκτυο? Μήπως πρέπει να αρχίσετε τώρα? 


Δείτε αναλυτικότερα τα αποτελέσματα της έρευνας στο παρακάτω infographic:

Ο καθρέφτης της αποδοχής για το παιδί

Ο καθρέφτης της αποδοχής για το παιδί
Της Αγγελικής Μπολουδάκη
“Μαμά, εσύ πρέπει να μ’ εμπιστεύεσαι! Γιατί, αν δεν μ’ εμπιστεύεσαι εσύ, όταν μεγαλώσω, δεν θα μ’ εμπιστεύεται κανείς”.
Ένα παιδί 7 ετών στη μητέρα του.
Ένα παιδί αγαπά τον εαυτό του, μόνο όταν οι γονείς του το αγαπήσουν ανεμπόδιστα. Η αυτοεκτίμηση του ενισχύεται από την αγάπη των γονιών του, η οποία είναι συνεχής και σταθερή, προσφέρεται χωρίς όρους και απευθύνεται σε αυτό που είναι, με το φύλο που έχει, τα χαρακτηριστικά του που το ξεχωρίζουν από τους άλλους, τις ικανότητες αλλά και τις αδυναμίες του. Αποδέχεται την αξία του, όταν τα συναισθήματά του κατανοούνται, όταν οι παρορμήσεις του οριοθετούνται, όταν έχει την προτεραιότητα στην καρδιά τους, όταν προστατεύεται αποφασιστικά από τους κινδύνους, όταν νιώθει περήφανο για εκείνους. Νιώθει πως έχει ξεχωριστή θέση στη ζωή τους, πως αξίζει για εκείνους, οπότε αισθάνεται σημαντικός κι η ύπαρξή του αποκτά υπόσταση, η ζωή του νόημα.
Ένα παιδί χρειάζεται να είναι βέβαιο πως οι γονείς του το ήθελαν στη ζωή τους. Ενώνεται με τον εαυτό του, την ψυχή και το σώμα του, όταν συναντά ολάκερο τον εαυτό του στην επιθυμία τους για εκείνον. Το θερμό τους κράτημα διαπερνά την ψυχή και το σώμα του, γίνεται ερωτική φόρτιση που εξελίσσεται σε λαχτάρα για ζωή. Αν αγαπιέται και παράλληλα επιθυμείται, οι συναισθηματικές του ανάγκες για ασφάλεια εκπληρώνονται, ο συναισθηματικός δεσμός επιτυγχάνεται, οπότε μπορεί να ασχοληθεί με εμπιστοσύνη με την δική του επιθυμία. Συνδέεται με τη ζωή και οργανώνει τα ταξίδια του, ελεύθερος από εξαρτήσεις που θα μπορούσαν να τον κάνουν να επιστρέφει για να εκπληρωθούν οι παιδικές του άλυτες ανάγκες. Δημιουργεί όνειρα που δεν είναι ψευδαισθήσεις, γιατί ένας δυνατός κρίκος τον ενώνει με την πραγματικότητα.
Εστιάζεται σε αυτό που είναι και το καλλιεργεί, συγκεντρώνεται σε αυτό που κάνει, χωρίς να αποσπάται από συναισθηματικά διλήμματα, αποδέχεται τις αδυναμίες του, οι οποίες δεν αποτελούν πλήγμα για την αξία του. Είναι βέβαιος για τη πολύτιμη θέση που έχει στην καρδιά τους, αισθάνεται πληρότητα και κάθε έλλειψη δεν πλήττει την αξία του, γιατί ο ίδιος δεν νιώθει έλλειμμα αγάπης και επιθυμίας.
Αν οι δυσκολίες των γονιών του δεν τους επιτρέψουν να δεσμευτούν μαζί του, δεν μπορεί να ενωθεί με τον εαυτό του, δεν μπορεί να δεσμευτεί με τους άλλους και οι διψασμένες του ανάγκες τον στρέφουν στα αποκτήματά του, εξαρτάται από τα υλικά αγαθά του, ανήμπορος να τα αποχωριστεί. Δεν τον ενώνουν δυνατά νήματα επιθυμίας με τη ζωή του, οπότε για να μη βρεθεί στο κενό, απλώνει τα δίχτυα του στα αντικείμενά του, προσπαθώντας να κρατηθεί από κάπου, κάνοντας κινήσεις που τον αφήνουν συναισθηματικά μετέωρο.
Αν δεν επιθυμηθεί βαθιά για αυτό που είναι, τον περιμένει ένα αυτιστικό κέλυφος, στο οποίο κρύβεται, γιατί δεν έχει εικόνα επιθυμίας να τον καλοδεχτεί. Δεν την ζωγράφισε κανένας για κείνον. Νιώθει σαν ένα έργο αφηρημένης τέχνης, όπου όμως ο ζωγράφος δεν είχε τίποτα στη φαντασία του όταν το έφτιαχνε. Και έμεινε ο καμβάς μόνος, να εκφράζει μια μοναξιά που δεν κατοικήθηκε ποτέ.
Ένα παιδί χρειάζεται να επιβεβαιωθεί για τον ίδιο σαν οντότητα από τους γονείς του, να θαυμαστεί για τα ταλέντα του, για να μπορέσει να τα αναγνωρίσει, να τα εκτιμήσει και για να αποκτήσουν καίρια θέση στην καρδιά του. Τους χρειάζεται για να τον επαινέσουν, να τον ενθαρρύνουν, να γίνουν ο καθρέφτης του, που θα αντανακλά τον ίδιο και τα χαρίσματά του, για να αισθανθεί πως του ανήκουν, ώστε να αξιοποιήσει τις δεξιότητές του, μοιράζοντάς τις με άλλους κοινωνώντας ζωή.
Χρειάζεται ένα καθρέφτισμα, όπου οι γονείς θα έχουν έρθει σε επαφή με τη δική τους αλήθεια, για να μπορούν να υποστηρίξουν δουν σε εκείνον την αλήθεια του και να μην κάνουν το λάθος να δουν στο παιδί τους εκείνο που θα ήθελαν να είναι οι ίδιοι. Χρειάζεται το βλέμμα επιδοκιμασίας των γονιών του, παραμερίζοντας τους φόβους τους για τα δικά τους ανεκπλήρωτα ή ματαιωμένα όνειρα, επιτρέποντας του να έχει τα δικά του όνειρα, τα οποία δεν αποτελούν απειλή για κείνους.
Αν επιβεβαιωθεί, μπορεί ελεύθερος να πραγματώσει τα όνειρά του, γιατί τα νιώθει ως δικά του και ότι είναι θετικά για τον ίδιο και για τους άλλους. Αν έχει το ενθαρρυντικό τους βλέμμα για τις προσπάθειες που καταβάλλει, αυτό που θα τον ενδιαφέρει θα είναι το ενδιαφέρον για το στόχο του, ενώ η νίκη δε θα γίνεται αυτοσκοπός για εκείνον, γιατί δε θα γυρεύει την επιβεβαίωση μέσα από αυτήν, αλλά θα αντλεί χαρά από τη δημιουργικότητά του. Αν η έκβαση είναι αρνητική, δεν θα το εκλαμβάνει ως αποτυχία, γιατί δεν θα συγχέει την αξία του με αυτήν, αλλά θα αξιοποιεί τα μαθήματα που του χαρίζει. Θα εκτιμά την παρουσία του σε ό,τι κι αν κάνει, θα δεσμεύεται μαζί του και θα αποκομίζει τα συναισθηματικά οφέλη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του σε αυτό.
Εάν όμως νιώσει ότι οι ικανότητες του μένουν απαρατήρητες, δεν μπορεί να εστιαστεί σε αυτές, γιατί χάνουν το ενδιαφέρον τους για τον ίδιο. Στη συνέχεια της ζωής του, χαμένος στις διαδρομές του, θα ψάχνει στα τυφλά να συναντήσει ένα βλέμμα να τις αναγνωρίσει, για να κερδίσει τη χαμένη επιβεβαίωση. Θα επιζητά τη συνεχή αναζήτηση καθρεφτισμάτων από τους άλλους, επειδή δεν θα αισθάνεται αρκετά σίγουρος για τον εαυτό του, οπότε θα καταφεύγει σε ματαιότητες όταν μεγαλώσει, με κίνδυνο να τον παγιδεύσουν σε δικούς τους αλλότριους καθρέφτες.
Οι ενήλικες, που αναζητούν απεγνωσμένα καθρέφτες στους άλλους, είναι εκείνοι που ως παιδιά δε θαυμάστηκαν για κάθε μόριο του ψυχισμού τους. Ο Νάρκισσος προσπαθούσε να διακρίνει τον εαυτό του στο καθρέφτισμα της λίμνης, γιατί ως παιδί δεν είχε το βλέμμα κάποιου για να του πει ότι είχε αξία για εκείνον. Απέμεινε μόνος με την αντανάκλαση του να ζητά απεγνωσμένα μια αντανάκλαση στο βλέμμα των άλλων για να επιβεβαιωθεί. Ένιωθε άδειος και προσπαθούσε να μορφοποιήσει τον εαυτό του μέσα από εκείνους. Και αυτό το βλέμμα, που δεν μπορούσε να εστιαστεί σε εκείνον αλλά στις ανάγκες τους από εκείνον, τον απορρόφησε τόσο που χάθηκε σε αυτό.
Αν δεν επιβεβαιωθεί για τις προσπάθειες του, θα εξαρτάται από το αποτέλεσμα για να δικαιωθεί ως ύπαρξη. Αν αποτύχει σε κάτι, θα αισθάνεται ο ίδιος αποτυχημένος και είτε θα θλίβεται είτε θα επιρρίπτει σε άλλους την ευθύνη. Θα γίνεται ένας πρωταθλητής, όπου εκείνο που θα τον ενδιαφέρει θα είναι να κάνει ολοένα και μεγαλύτερα ρεκόρ με κάθε τίμημα, γιατί θα συνδέει την αξία του με τη νίκη. Θα χρησιμοποιεί κάθε μέσον για να πετύχει ένα καλύτερο αποτέλεσμα, προκειμένου να αποκτήσει την επιβεβαίωση που επιζητά για να αναγνωριστεί.
Θα επιδίδεται σε ένα άκρατο ανταγωνισμό, στη σκέψη πως η αξία του είναι τόσο εύθραυστη, που, αν η επιβεβαίωση δοθεί στους άλλους, εκείνος θα εκμηδενιστεί. Θα καταβάλλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να ευχαριστήσει εκείνους που τον επιβεβαιώνουν, και τελικά θα τους χαρίζει το έπαθλο, γιατί δεν αισθάνεται πως το αξίζει. Θα πορεύεται άδειος, χωρίς να μπορεί να αισθανθεί αυτήν την πληρότητα, που νιώθει κάποιος όταν αγαπιέται για αυτό που είναι και όχι για αυτά που έχει ή για αυτά που κατακτά.
Ένα παιδί χρειάζεται να νιώσει ότι είναι αποδεκτό για τους γονείς του, πως το δέχονται και το αγαπούν βαθιά για αυτό που είναι ως οντότητα. Αισθάνεται αποδεκτός όταν τον αγαπούν χωρίς όρους, χωρίς δηλαδή να έχουν προσδοκίες από εκείνον. Η αποδοχή τους παραμένει όταν επιτυγχάνει αλλά και όταν αποτυγχάνει, όταν προχωράει στη ζωή του αλλά και όταν είναι στάσιμος, όταν εκφράζει την αγάπη του αλλά και όταν ξεχειλίζει το χείμαρρο των αρνητικών του συναισθημάτων προς εκείνους. Αν οι γονείς του έχουν ικανοποιήσει τις προσδοκίες τους και έχουν συμφιλιωθεί με αυτά που δεν μπόρεσαν να κάνουν, τότε είναι εύκολο να εστιαστούν στο παιδί τους και να αγαπήσουν το παιδί τους και όχι τις προσδοκίες τους από εκείνον.
Αν αισθάνεται αποδεκτός στην καρδιά τους, μαθαίνει να εμπιστεύεται την αυθεντικότητά του, να την υποστηρίζει και να την διεκδικεί στις επιλογές του. Μπορεί εύκολα να τους ακούσει, όταν βάζουν όρια στη συμπεριφορά του, γιατί νιώθει πως το κάνουν για να τον προστατέψουν και όχι για να ικανοποιηθούν εκείνοι.
Όταν η εκτίμησή τους σε εκείνον παραμένει σταθερή και δεν αλλάζει ακόμα κι αν κάνει λάθη, νιώθει πως αξίζει και η αυτοεκτίμησή του εδραιώνεται, η αξία του απλώνεται σε όλο το ψυχικό του σύστημα. Αναγνωρίζει εύκολα αυτό που ο ίδιος επιθυμεί και απλά το διεκδικεί. Χωρίς να θυμώνει για αυτό. Χωρίς να επιτίθεται στα όνειρα του και να τα ακυρώνει. Χωρίς να απομακρύνεται έντρομος από ανθρώπους που τον εκτιμούν, επειδή θα αισθάνεται ανοίκεια με αυτό. Χωρίς να κάνει αλλότριους συμβιβασμούς για να κερδίσει επιβεβαίωση, την οποία θα την μπερδεύει με την αποδοχή.
Δεν θα φοβάται μήπως χάσει τους ανθρώπους του, εάν διεκδικήσει αυτό που θέλει, γιατί θα νιώθει σίγουρος για τον εαυτό του και για τη θέση που πρέπει να έχουν δίπλα του οι άνθρωποι που τον αγαπούν. Ενώ θα εκτιμά την προσφορά και θα νιώθει ευγνωμοσύνη για αυτήν, δε θα προσφέρει τα πάντα σαν αντάλλαγμα όταν οι επιθυμίες του ικανοποιούνται, γιατί θα αναγνωρίζει την αξία του και θα διεκδικεί καταστάσεις αντάξιες του. Θα σχετίζεται με υγιή τρόπο με το δημιουργικό του παιδί και θα αξιοποιεί την δημιουργικότητά του, επιλέγοντας τα υλικά που θα την πλάσει και τους φιλόξενους χώρους που θα την τοποθετήσει.
Ένα παιδί για να ανθίσει χρειάζεται αγάπη. Μιαν αγάπη που τα πρωταρχικά της στοιχεία θα είναι η βαθιά τους επιθυμία για εκείνο, η ουσιαστική αποδοχή τους για το σύνολο της ύπαρξής του, η επιβεβαίωση τους για τους σπόρους που καλλιεργούνται στην ψυχή του.
——
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι

Το βίντεο που δείχνει ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα στον κόσμο!

Το βίντεο που δείχνει ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα στον κόσμο!
Όταν βλέπεις τα παιδιά που ζουν σε άθλιες συνθήκες στις χώρες του Τρίτου Κόσμου να διαβάζουν τα προβλήματα που εμείς θεωρούμε σημαντικά, αναθεωρείς πολλά για όσα πίστευες μέχρι σήμερα.
Στο βίντεο που δημοσίευσε η οργάνωση WATERisLIF εμφανίζονται παιδιά και ενήλικες από χώρες της Αφρικής να διαβάζουν πραγματικά προβλήματα συνανθρώπων μας από αναπτυγμένες χώρες όπως αυτά αναρτήθηκαν στο hashtag # FirstWorldProblems.
Είναι σοκαριστικό να ακούς από το στόμα παιδιού που δεν έχει καθαρό, πόσιμο νερό ότι ένας συνομήλικος του στην Ευρώπη εκνευρίζεται γιατί όταν πηγαίνει στο μπάνιο ξεχνάει το κινητό του.
Άλλα «μεγάλα» προβλήματα του ανεπτυγμένου κόσμου
-Μισώ όταν το καλώδιο του φορτιστή μου δεν φτάνει μέχρι το κρεβάτι
-Μισώ όταν τα δερμάτινα καθίσματα μου δεν είναι θερμαινόμενα
-Όταν πηγαίνω στο μπάνιο και ξεχνάω το κινητό μου
-Όταν ξεχνάω τα ρούχα μου στο πλυντήριο και αρχίζουν να μυρίζουν.
-Μισώ που το σπίτι μου είναι τόσο μεγάλο. Χρειάζομαι δυο ρούτερς για να έχω παντού Ίντερνετ.
-Όταν η τσίχλα με άρωμα μέντας κάνει το κρύο νερό να φαίνεται παγωμένο
-Όταν πρέπει να γράψω μια επιταγή στην υπηρέτρια αλλά ξεχνάω το επώνυμο της
-Που δεν μπορώ να περπατήσω και να γράψω μηνύματα ταυτόχρονα
-Όταν ξεχνάω τον φορτιστή μου στο κάτω όροφο
-Μισώ που οι γείτονες μου κλειδώνουν το ασύρματο ίντερνετ
-Μισώ όταν τους λέω ότι δεν θέλω πίκλες και αυτοί πάντα μου βάζουν.
-Μήπως τελικά τα μεγάλα και τρομακτικά προβλήματα μας, δεν είναι καν προβλήματα;


Ημερολόγιο άγχους: Τι είναι και γιατί πρέπει να το κρατάτε

Ημερολόγιο άγχους: Τι είναι και γιατί πρέπει να το κρατάτε
Της Δρ. Λίζας Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, Νευροψυχολόγος
Θυμάστε που όταν ήσασταν μικροί ξεκινούσατε «Αγαπητό ημερολόγιο…» και γράφατε τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας; Και τώρα που είστε μεγάλοι μπορείτε να κάνετε ακριβώς το ίδιο, επειδή με αυτό τον τρόπο μπορείτε να διαχειριστείτε το άγχος σας και να ανακουφιστείτε.
Ξεκινήστε λοιπόν από σήμερα να καταγράφετε σε ένα ημερολόγιο σκέψεις και συναισθήματα που προκύπτουν μέσα στη μέρα σας, με αφορμή κάποιο γεγονός της ζωής σας. Σαν εργαλείο διαχείρισης του άγχους και εξερεύνησης του εαυτού, δεν είναι το ίδιο με το να καταγράφουμε τα γεγονότα, για παράδειγμα σε ένα αρχείο. Για να είναι ακόμα πιο χρήσιμο, καλό είναι να καταγράφετε με λεπτομέρεια τα συναισθήματα και τις σκέψεις που συνδέονται με στρεσογόνα γεγονότα, όπως ακριβώς θα το κάνατε κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας.
Συμβουλή: οι έρευνες δείχνουν ότι το κλειδί στην τήρηση ημερολογίου είναι να γράφει κανείς με το χέρι (αντί σε Η/Υ) γιατί έτσι κινητοποιούνται περισσότερες περιοχές του εγκεφάλου.
Ποια Είναι τα Οφέλη του Ημερολογίου: Βοηθάει τους ανθρώπους να ξεκαθαρίσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, ανοίγοντας έτσι το μονοπάτι της αυτογνωσίας. Είναι επίσης ένα πολύ καλό εργαλείο επίλυσης προβλημάτων: συχνά κάποιος μπορεί να ξεδιαλύνει ένα πρόβλημα και να βρει λύσεις πιο εύκολα γράφοντας. Συγκεκριμένα, γράφοντας διάφορα τραυματικά γεγονότα μπορεί κάποιος να τα επεξεργαστεί με το να εξερευνήσει και να απελευθερώσει σε μέγιστο βαθμό τα συναισθήματα που έχει βιώσει, και εμπλέκοντας και τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου στη διαδικασία, μορφοποιείται η εμπειρία πιο συγκροτημένα στο μυαλό του.
Τα Οφέλη του Ημερολογίου για την Υγεία
Έρευνες έχουν δείξει τα ακόλουθα:
· Μειώνει τα συμπτώματα του στρες και βελτιώνει την ποιότητα ζωής καρκινοπαθών
· Μειώνει τα συμπτώματα του άσθματος, της αρθρίτιδας κ.ά.
· Βελτιώνει τη γνωστική λειτουργία
· Θωρακίζει το ανοσοποιητικό σύστημα, προλαμβάνοντας πλήθος ασθενειών.
· Εξουδετερώνει πολλές από τις αρνητικές συνέπειες του άγχους.
Ποια είναι τα μειονεκτήματα;
Άτομα με μαθησιακές δυσκολίες ίσως αντιμετωπίσουν δυσκολίες με τη διαδικασία της γραφής.
Οι τελειομανείς ενδέχεται να εμμείνουν στη συγγραφική δεινότητα ή άλλους περιφερειακούς παράγοντες, και ως εκ τούτου να μη μπορούν να εστιάσουν στις σκέψεις και τα συναισθήματα που προσπαθούν να ξεδιαλύνουν.
Άλλοι μπορεί να νιώσουν κούραση από τη γραπτή καταγραφή ή να διστάσουν να απελευθερώσουν αρνητικές εμπειρίες.
Άλλοι μπορεί να ενοχλούνται στην ιδέα ότι κάποιο τρίτο άτομο μπορεί να βρει το ημερολόγιο και να το διαβάσει κρυφά.
Τέλος, η τήρηση ημερολογίου μόνο σχετικά με αρνητικά συναισθήματα, χωρίς την ενσωμάτωση σκέψεων ή πλάνων μπορεί στην ουσία να δημιουργήσει περισσότερο άγχος.

Η ευφυΐα είναι ασθένεια

Αντικλείδι


fool3
Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια. Στο δημοτικό, η πιο απαίσια βρισιά είναι το να σε αποκαλέσουν διανοούμενο. Αργότερα, το να είσαι διανοούμενος γίνεται σχεδόν προτέρημα. Όμως αυτό είναι ψέμα: το να είσαι διανοούμενος είναι κουσούρι.
Όπως οι ζωντανοί γνωρίζουνε πως θα πεθάνουν, ενώ οι νεκροί δε γνωρίζουνε τίποτα, πιστεύω πως το να είναι κανείς έξυπνος είναι χειρότερο από το να είναι βλάκας, γιατί ένας βλάκας δεν αντιλαμβάνεται τη βλακεία του, ενώ ένας έξυπνος, ακόμα κι αν είναι ταπεινός και μετριόφρων, ξέρει πως είναι έξυπνος, έτσι κι αλλιώς.
Λέει κάπου ο Εκκλησιαστής: όστις προσθέτει γνώσιν, προσθέτει πόνον. Μην έχοντας όμως ποτέ τη τύχη να πάω στο κατηχητικό μαζί με τα άλλα παιδιά, δε προειδοποιήθηκα έγκαιρα για τους κινδύνους που ενέχει η μελέτη. Είναι πολύ τυχεροί οι χριστιανοί που τόσο νέοι έχουν ήδη μάθει να φυλάγονται από τους κινδύνους της ευφυΐας. Θα ξέρουν έτσι για όλη τους τη ζωή πως να την αποφεύγουν. Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι. …
fool1
Η ευφυΐα είναι μια αποτυχία της εξέλιξης. Εύκολα μπορώ να φανταστώ, στην εποχή των πρώτων προϊστορικών ανθρώπων, σε μια μικρή φυλή, όλα τα παιδιά να τρέχουν μέσα στη πυκνή βλάστηση, να κυνηγούν τις σαύρες, να μαζεύουν φρούτα του δάσους για το βραδινό φαγητό και μετά, σιγά-σιγά, ερχόμενα σ' επαφή με τους μεγάλους, να γίνονται τέλειοι άντρες ή γυναίκες: κυνηγοί, κουβαλητές, ψαράδες, βυρσοδέψες... Όμως, αν παρατηρήσουμε πιο προσεκτικά τη ζωή τούτης της φυλής, θ' αντιληφτούμε πως ορισμένα παιδιά δε συμμετέχουν στις ομαδικές δραστηριότητες: παραμένουν καθιστά δίπλα στη φωτιά, ασφαλή μέσα στα σπήλαια….. Το ό,τι περνούν τις μέρες τους δίχως να κάνουν τίποτα, δεν οφείλεται στη τεμπελιά τους, όχι, θα ήθελαν κι αυτά να χοροπηδούν με τους φίλους τους, αλλά δεν μπορούν. Φέρνοντάς τα στο κόσμο, η φύση έκανε το στραβοπάτημά της. Στη φυλή αυτή, υπάρχει ένα κοριτσάκι που είναι τυφλό, ένα αγοράκι που κουτσαίνει, ένα άλλο παιδί που είναι αδέξιο κι αφηρημένο... Έτσι λοιπόν, τα παιδιά αυτά μένουν στον καταυλισμό και, καθώς δεν έχουν τίποτα να κάνουν και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια δεν έχουν ακόμη εφευρεθεί, δεν έχουν άλλη λύση από το να σκέπτονται και ν' αφήνουν το νου τους ν' αλωνίζει λεύτερος. Περνούν λοιπόν το καιρό τους με σκέψεις, προσπαθούν ν' αποκρυπτογραφήσουν τον κόσμο, σκαρφίζονται ιστορίες κι εφευρίσκουν πράματα. Κατ' αυτό τον τρόπο γεννήθηκε ο πολιτισμός: επειδή κάποια παιδιά μ' ατέλειες δεν είχανε τίποτ' άλλο να κάνουν. Αν η φύση δε σακάτευε κανέναν, αν το καλούπι ήταν πάντα αψεγάδιαστο, η ανθρωπότητα θα είχε παραμείνει ένα είδος πρωτόγονων ανθρώπων, ευτυχισμένων, που δε θα σκέφτονταν διόλου τη πρόοδο
fool2
Με κατατρέχει η κατάρα της λογικής. ... Μήνες τώρα αναλογίζομαι την ασθένεια που με κάνει να σκέφτομαι υπερβολικά κι έχω συμπεράνει με βεβαιότητα πως υπάρχει μια άμεση σχέση ανάμεσα στη δυστυχία μου και την ακράτεια της λογικής μου. Το να σκέφτομαι, να προσπαθώ να καταλάβω, δε μου απέφερε ποτέ τίποτα, αλλ' αντιθέτως στρεφόταν πάντα εναντίον μου. …
Το να προσπαθεί κανείς να καταλάβει, είναι κοινωνική αυτοκτονία, αυτό σημαίνει πως δε μπορείς πια να γευτείς τη ζωή χωρίς να νιώσεις, άθελά σου, τόσο σαν αρπακτικό όσο και σαν ανατόμος που διαμελίζει το αντικείμενο της μελέτης του. Πολύ συχνά, σκοτώνουμε αυτό που προσπαθούμε να καταλάβουμε, επειδή, όπως συμβαίνει και με τον μαθητευόμενο γιατρό, η πραγματική γνώση δε μπορεί ν' αποκτηθεί χωρίς ανατομή ... 
fool4
Οι άνθρωποι απλουστεύουν τον κόσμο χρησιμοποιώντας τη γλώσσα και τη σκέψη, έτσι λοιπόν αποκτούν βεβαιότητες
. Και το να έχεις βεβαιότητες, είναι η πιο ισχυρή απόλαυση σε τούτο τον κόσμο, πολύ ισχυρότερη κι από το χρήμα, το σεξ και την εξουσία μαζί. Το ν' αποποιηθεί κανείς τη πραγματική ευφυΐα, είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για τις βεβαιότητές του κι είναι πάντοτε το αόρατο έξοδο για τον τραπεζιτικό λογαριασμό της συνείδησης μας. …
Κάτι που μπορούμε να παραδεχτούμε, είναι πως το να έρχεται κανείς συχνά σ' επαφή με τα μεγάλα έργα, το να χρησιμοποιεί το πνεύμα του, το να διαβάζει συγγράμματα μεγαλοφυών ανθρώπων, ίσως να μη τον κάνει απαραίτητα ευφυή, καθιστά όμως τον κίνδυνο αυτό, ακόμη περισσότερο. Υπάρχουν άνθρωποι φυσικά, που μπορεί να έχουν διαβάσει Φρόϋντ, Πλάτωνα, μπορεί να παίζουν στα δάχτυλα τα κουόρκ και να ξέρουν να ξεχωρίσουν ένα κυνηγετικό γεράκι από ένα τσιχλογέρακα, αλλά να είναι εντούτοις ανόητοι. Παρ' όλ' αυτά, δυνητικά, η ευφυΐα, ερχόμενη σ' επαφή με πολλαπλά ερεθίσματα κι αφήνοντας το πνεύμα όλο και πιο συχνά να βυθίζεται σε μιαν ατμόσφαιρα εμπλουτιστική, βρίσκει κατάλληλο έδαφος για ν' αναπτυχθεί, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που αναπτύσσεται μια ασθένεια. Διότι η ευφυΐα είναι ασθένεια.
egina_vlakas
  ~Paz Martin, Πως Έγινα Βλάκας
    Πηγήaxia-logou.blogspot
     Εικόνες : Roy Carruthers
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Τρίτη 28 Απριλίου 2015

Συμβουλές πρόληψης από τους Γονείς προς τα Παιδιά: Ο κίνδυνος να εξαφανιστεί ένα παιδί


Τι πρέπει να γνωρίζουν τα παιδιά μας.

Ο κίνδυνος του να εξαφανιστεί ένα παιδί φαντάζει τόσο μακρινός σε όλους μας.... είναι καταστάσεις που βλέπουμε και ακούμε στα ΜΜΕ και συχνά απορούμε πώς μπορεί να συμβαίνουν.

Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι κίνδυνοι είναι πολύ μακρινοί μέχρι να γίνουν κοντινοί και μας αφορούν όλους.

Ο ρόλος του γονέα είναι να προετοιμάσει το παιδί του για όλους τους κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσει σαν παιδί και σαν ενήλικας. Και η εξαφάνιση είναι ένας από αυτούς τους κινδύνους.

Να θυμάστε πάντα ότι οι δικές σας συμβουλές.... μπορούν να του δείξουν το δρόμο για το σπίτι!

 Μιλήστε ανοιχτά στα παιδιά σας για τον κίνδυνο της εξαφάνισης.
Το να μιλήσεις σε ένα παιδί για ένα κίνδυνο που μπορεί να αντιμετωπίσει, δεν το αγχώνει ούτε το προβληματίζει. Αντίθετα το προετοιμάζει για μια κατάσταση που μπορεί να βρεθεί και θα κληθεί μόνο του να αντιμετωπίσει.

 Γνωρίζετε το πρόγραμμα των παιδιών σας και τις συνήθειες του.
Η γνώση λειτουργεί προληπτικά. Δεν αρκεί να γνωρίζετε τι ώρα σχολάει το παιδί σας αλλά και τι ώρα επιστρέφει. Σε περίπτωση που εξαφανιστεί θα κινητοποιηθείτε άμεσα.

 Γνωρίστε τους φίλους των παιδιών σας.
Η γνώση λειτουργεί προληπτικά. Τα παιδιά μοιράζονται μεταξύ τους χρόνο αλλά και μυστικά. Γνωρίζουν καλά το ένα το άλλο.

 Γνωρίζετε πάντα που είναι τα παιδιά σας και με ποιους.
Η γνώση λειτουργεί προληπτικά. Το να ξέρετε που είναι το παιδί σας και με ποιους, είναι σαφώς καλύτερο από το «είναι έξω και παίζει». Ανά πάσα στιγμή  μπορείτε να το αναζητήσετε και να βεβαιωθείτε ότι είναι καλά. Δεν είναι καταπίεση αλλά ενδιαφέρον.

 Παρατηρήστε πως αντιδρούν τα παιδιά σας σε αγχωτικές καταστάσεις.
Το να εξαφανιστεί ένα παιδί είναι σίγουρα μια κατάσταση που δεν μπορεί να διαχειριστεί αφού κυριεύεται από άγχος και φόβο. Το να ξέρετε πως αντιδρά σε τέτοια συναισθήματα, σας επιτρέπει να «προβλέψετε» το τι κάνει και πως μπορείτε να το βρείτε.

 Διδάξτε στο παιδί την σπουδαιότητα της ηρεμίας και βρείτε μαζί του διαδικασίες που το χαλαρώνουν.
Το άγχος είναι σίγουρα ο χειρότερος σύμβουλος μικρών και μεγάλων. Βοηθήστε το παιδί σας να ανταπεξέλθει σε μια δύσκολη κατάσταση, όπως η εξαφάνιση, με το να κάνει ή να σκέφτεται πράγματα που το χαλαρώνουν.

 Καλλιεργήστε ένα κλίμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης με τα παιδιά.
Τα παιδιά λειτουργούν ενοχικά και σε καμία περίπτωση δεν θέλουν να στενοχωρούν τους γονείς τους. Έτσι πολλές φορές κρατάνε μυστικά που νομίζουν ότι αν τα πουν θα μπουν τιμωρία ή θα στενοχωρήσουν τους γονείς (όπως για παράδειγμα ότι τους μίλησε κάποιος στο δρόμο ή τους ακολούθησε). Κάντε σαφές ότι στη μαμά και τον μπαμπά λέμε τα πάντα και ότι αυτοί με τη σειρά τους, δεν μαλώνουν αλλά συμβουλεύουν. Θυμηθείτε ότι πολλά παιδιά που ξεχάστηκαν στο παιχνίδι προτίμησαν να μην γυρίσουν καθόλου στο σπίτι με το φόβο μην τα μαλώσουν.

 Διδάξτε τα παιδιά σας τα βήματα ασφαλείας.
Ένα παιδί δεν μπορεί να λειτουργήσει σε αγχωτικές καταστάσεις. Η αλήθεια είναι ότι απλά πράγματα όπως δεν μιλάμε σε αγνώστους, δεν μετακινούμαστε πολύ, γνωρίζουμε δωρεάν αριθμούς βοήθειας όπως το 100 ή το 116000, αποδεικνύονται πολύ χρήσιμες

 Εξηγήστε στα παιδιά ότι είναι σημαντικότερο να είναι ασφαλή παρά ευγενικά.
Η ευγένεια είναι αρετή. Το να αποκαλύψουμε όμως σε έναν ξένο το όνομα, την διεύθυνση, την ηλικία μας, τα παράπονα που έχουμε από τη μαμά και τον μπαμπά ή να τον ακολουθήσουμε για να τον βοηθήσουμε σε κάτι, δεν είναι ευγένεια αλλά κίνδυνος.

 Συμβουλευτείτε την Ευρωπαϊκή Γραμμή για Εξαφανισμένα Παιδιά 116000
Η Ευρωπαϊκή Γραμμή για Εξαφανισμένα Παιδιά 116000 είναι μια 24ώρη δωρεάν και ανώνυμη  τηλεφωνική Γραμμή, στελεχωμένη από κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους, όλοι επιστημονικά προσανατολισμένοι σε θέματα παιδιών, τους οποίους μπορείτε να συμβουλευτείτε.

Αδερφική Ζήλεια


 της Ολυμπιάννας Λαζανά

Ας φανταστούμε ένα φυλλοβόλο δέντρο, όπως για παράδειγμα μια συκιά. Η συκιά αυτή έχει βγάλει αυτήν την περίοδο πολλούς μικρούς καρπούς. Οι καρποί της είναι όλοι τους μοναδικοί και εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους. Θα λέγαμε πώς το μόνο κοινό μεταξύ των καρπών είναι ότι ‘ανήκουν’ στην ίδια συκιά.

Τα αδέρφια σε μια οικογένεια, είτε είναι δύο, είτε τρία, είτε πολύ περισσότερα δεν διαφέρουν πολύ από τους καρπούς της συκιάς που περιγράψαμε παραπάνω. Το βασικό ενοποιητικό τους στοιχείο είναι ότι έχουν την ίδια ‘ρίζα’, δηλαδή τους ίδιους γονείς. Αρκεί όμως το γεγονός αυτό, το ότι τα αδέρφια έχουν τους ίδιους γονείς και άρα μοιράζονται την αγάπη των γονιών τους, για να έχουν αρμονικές σχέσεις μεταξύ τους;

Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική.

Ας δούμε όμως τους λόγους…
Η ζήλια είναι ένα φυσιολογικό και υγιές συναίσθημα, που εκδηλώνεται γύρω στους 15 μήνες ζωής του παιδιού. Είναι η περίοδος που το βρέφος μπορεί να παρατηρεί και να διακρίνει διαφορές, άρα και να κάνει και συγκρίσεις. Κορυφώνεται ανάμεσα στα 3 και στα 5 έτη, γιατί σε εκείνη την ηλικία το νήπιο έχει αποκτήσει σχετική αυτονομία και ταυτόχρονα νιώθει την ανάγκη για προστασία. Από τα 6 έτη και μετά το συναίσθημα της ζήλιας εξασθενεί (χωρίς να εξαφανίζεται οριστικά). Είναι ακριβώς η περίοδος που το παιδί εντάσσεται στη σχολική ζωή και αρχίζει να δομεί φιλικές σχέσεις, άρα αποκτά μια θέση και σε άλλα περιβάλλοντα εκτός του στενού οικογενειακού.

Οι τρόποι εκδήλωσης του -υγιούς κατά τ’ άλλα- συναισθήματος της
ζήλιας είναι ποικίλοι:

επιθετικότητα είναι μια συνηθισμένη και υγιής μορφή εκδήλωσης των συναισθημάτων του νηπίου για το μικρότερο μέλος της οικογένειας. Η επιθετικότητα μπορεί να περιλαμβάνει χτυπήματα, δαγκωνιές προς τη μαμά ή και το μωρό, απειλές να διώξουν το μωρό ή επιθυμία να εξαφανιστεί με κάποιον τρόπο.

Η προσκόλληση στη μαμά, δηλαδή η επιθυμία του παιδιού να βρίσκεται κοντά της και να καταλαμβάνει περισσότερο χώρο και χρόνο, είναι ένας ακόμη τρόπος εκδήλωσης της ζήλιας.

Η παλινδρόμηση, η επιστροφή δηλαδή σε προηγούμενο αναπτυξιακό στάδιο όπου το παιδί για παράδειγμα χρειάζεται ξανά πάνα γιατί ‘βρέχεται’, ή ζητά να πιει γάλα από το μπιμπερό ή ακόμα και να θηλάσει εκεί που είχε μάθει να πίνει από το ποτήρι, είναι εξίσου συνηθισμένη.

Τέλος, η αλλαγή συμπεριφοράς ή και συναισθήματος (άρνηση για φαγητό, άρνηση για το σχολείο, μελαγχολική διάθεση..) είναι ενδείξεις ότι το παιδί ζηλεύει.

Μην ξεχνάτε ότι αν υπάρχει κάποιο αδερφάκι το παιδί μπορεί να νιώθει ότι υπολείπεται, ότι δεν είναι πια αξιαγάπητο, ότι έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος της προσοχής των ενηλίκων. Όλα αυτά ενδέχεται να τα δείχνει ξεκάθαρα, ή να τα βιώνει πιο ‘εσωτερικά’ θα λέγαμε. Σχεδόν πάντα όμως γίνεται αντιληπτό από τους γονείς, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο τα βιώνει το παιδί.

Βασική πηγή του συναισθήματος της ζήλιας των μικρών παιδιών είναι ο φόβος τους ότι θα χάσουν την αγάπη των γονιών τους, επειδή ουσιαστικά είναι αναγκασμένα να ‘μοιραστούν’ τους γονείς τους με ένα δεύτερο, τρίτο ή και τέταρτο παιδί. Αν οι γονείς καταφέρουν να δείξουν έμπρακτα στο παιδί που ζηλεύει ότι η αγάπη τους είναι και θα παραμείνει σταθερή και ότι ‘εξακολουθούν να τα αγαπούν το ίδιο όπως και πριν γεννηθεί ο μικρός αδερφός/ή’ (φράση
κλειδί) όλα θα πάνε καλά και θα ξεπεραστούν σχετικά ομαλά οι όποιες κρίσεις ζήλιας.

Ας δούμε όμως ποια στάση είναι καλό να υιοθετήσουν οι γονείς προκειμένου να βοηθήσουν το παιδί τους να βιώσει ομαλά, και να ξεπεράσει εντέλει, τα ανταγωνιστικά συναισθήματα (ζήλιας) προς τα μικρότερα ή και μεγαλύτερα αδέρφια τους.

  • Αποδεχτείτε ότι το παιδί σας ζηλεύει (το μικρότερο ή το μεγαλύτερο αδερφάκι του). Ειδικά στην περίπτωση που το μεγαλύτερο παιδί ζηλεύει το νεογέννητο δείχνετε πώς κατανοείτε τα συναισθήματα του μεγάλου προς το μωρό, όμως για κανένα λόγο δε του επιτρέπετε να τα κάνει πράξη. Προστατεύστε το μωρό.

  • Προσπαθήστε να μην κρίνετε ή επικρίνετε το παιδί που ζηλεύει. Φράσεις του τύπου ‘Πρέπει να ντρέπεσαι για αυτό που έκανες’ ή ‘Δεν είσαι καλό παιδί’ δημιουργούν τύψεις στο παιδί, και το οδηγούν αναπόφευκτα στο να ‘πνίξει’ τη ζήλια του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα διαρκέσει περισσότερο, εφόσον θα καταπιεστεί.

  • Στην περίπτωση που τα παιδιά σας καυγαδίζουν μην εμπλέκεστε ενεργά, παρά μόνο αν η κατάσταση βγει εκτός ελέγχου και κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα των παιδιών σας. Μην προσπαθήσετε να βρείτε το δίκιο (ποιος ξεκίνησε τον καυγά και γιατί), δεν έχει νόημα. Ο στόχος είναι να τους δείξετε ότι η όποια σύγκρουση είναι μεταξύ τους και ότι εκείνα είναι υπεύθυνα για τη σχέση τους.

  • Αποφύγετε τη σύγκριση ανάμεσα στα αδέρφια. Τονίζετε τα προτερήματα κάθε παιδιού ξεχωριστά και όχι σε αντιδιαστολή με τα αντίστοιχα του αδερφού/αδερφής. Για παράδειγμα ‘Είσαι σπουδαίος στο μπάσκετ!’ και όχι ‘Είσαι τόσο καλός στο μπάσκετ όσο και ο αδερφός σου!’.

  • Όταν υπάρχει μωρό στο σπίτι(ή και πριν γεννηθεί) δίνετε προσοχή στο μεγάλο παιδί και το συμπεριλαμβάνετε στη φροντίδα του μωρού(αν το επιθυμεί). Το επιβραβεύετε για τη συνεισφορά του στη φροντίδα του μωρού, και του τονίζετε πώς το αγαπάτε.

  • Τέλος, μην αντιμετωπίζετε τα παιδιά σας με ταυτόσημο τρόπο (για παράδειγμα ίδια ρούχα , ίδιο αυτοκινητάκι- κούκλα).Είναι σαν να τους λέτε ‘σου πήρα το ίδιο για να μην ζηλέψεις!’.


-----------------------------------

 Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:

Η Ολυμπιάννα Λαζανά έκανε σπουδές Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Κλινική Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Paul-Valery III του Μοντπελιέ, της Γαλλίας. Ζει και εργάζεται στην Κόρινθο ως ψυχολόγος. Εδω και 2 χρόνια είναι επιστημονική συνεργάτης στο Πρόγραμμα ‘Εκπαίδευση των παιδιών ρομά’ του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέσα από το οποίο επισκέπτεται σχολεία στην Κορινθία και συντονίζει βιωματικές δράσεις, και είναι συντονίστρια σε σχολές γονέων στην Κορινθία. Νιώθει τυχερή που κάνει αυτό που αγαπά,  και ακόμα περισσότερο, που δουλεύει με παιδιά, εφήβους και τους γονείς τους! e-mail: olypsyc@yahoo.gr

Βιλιογραφία:
-Λανιάντο Ν.(2003) «Παιδιά που ζηλεύουν. Βιβλιοθήκη για γονείς». Αθήνα : Εκδόσεις Καστανιώτη

Ενάντια και πέρα απ’ τη ρητορική του (αντι)bullying

Ανδρέας Βατσινάς
Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της στην ελληνική πραγματικότητα μια τάση θεραπευτικοποίησης της εκπαίδευσης, η οποία αντανακλά ευρύτερες δυτικές τάσεις και θεσμοθετημένες κρατικές πολιτικές. Ορισμένα στοιχεία της είναι η εισαγωγή κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων στα σχολεία ως μέρος των προγραμμάτων απασχόλησης ανέργων, η εμφάνιση σεμιναρίων, ομιλιών και διαλέξεων σε καθηγητές και δασκάλους για τη σημασία της διαχείρισης και της έκφρασης των συναισθημάτων, και γενικότερα μια έμφαση στη ‘ψυχική/συναισθηματική υγεία’ και ‘ευεξία’ των παιδιών. Οι μαθητές που θα μπουν στο σχολείο τα επόμενα χρόνια θα έρθουν σε επαφή με ένα πολύ διαφορετικό σώμα θεσμικών λογικών και πρακτικών από εκείνο που συναντούσαν μέχρι πρότινος. Οι αντιλήψεις περί «παιδιού» ή «μαθητή» παίρνουν σταδιακά μια πολύ πιο θεραπευτική και ψυχολογική τροχιά, οι επιπτώσεις της οποίας δεν έχουν γίνει ακόμα πλήρως αντιληπτές.[1]

Αναπόσπαστο μέρος αυτής της διαδικασίας θεραπευτικοποίησης είναι η –σχετικά πρόσφατη– ανάπτυξη του λόγου του εκφοβισμού (bullying) ως κυρίαρχου ερμηνευτικού πλαισίου των ενδοσχολικών συγκρούσεων και των σχέσεων εξουσίας. Διάφοροι οργανισμοί και θεσμοί όπως η ‘Εταιρεία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου’, το ‘Παρατηρητήριο για την Πρόληψη της Σχολικής Βίας και του Εκφοβισμού’, το ‘Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά του Σχολικού Εκφοβισμού’, αρθρογράφοι στα ΜΜΕ, εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι, γονείς, μαθητές που ωθούνται σε δράσεις και τη δημιουργία βίντεο «ευαισθητοποίησης», τείνουν να αναπαράγουν ένα διάχυτο ηθικό πανικό και κινδυνολογία για τη ψυχική υγεία των παιδιών ή των νέων, κάνοντας λόγο για την εξάπλωση της «κοινωνικής μάστιγας» του bullying και της έξαρσης της βίας στα σχολεία. Ωστόσο, αντί να περιορίζεται στο χώρο της εκπαίδευσης, ο –ψυχολογικής προέλευσης– λόγος του bullying έχει ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς χρησιμοποιείται σταδιακά για τη νοηματοδότηση περιστατικών τα οποία μέχρι στιγμής γίνονταν αντιληπτά ως νεανική «παραβατικότητα» ή «βία» και βρίσκονταν σχεδόν αποκλειστικά στη σφαίρα δικαιοδοσίας του Νόμου (αστυνομία-δικαστήρια-εγκληματολογία). Ποιες συνθήκες οδήγησαν στο ξεδίπλωμα του λόγου περί (αντι)bullying και ποιες είναι οι αλλαγές που επιφέρει;

Η θεραπευτικοποίηση και η πολιτισμική αφήγηση του ΄΄ψυχολογικά τραυματισμένου θύματος΄΄

Προκειμένου να αντιληφθούμε την ανάδυση του λόγου περί bullying, χρειάζεται να εξετάσουμε πολύ πρόχειρα κάποιες από τις ιστορικές καταβολές του. Από τις αρχές της δεκαετίας του ‘70 και μετά, μια σειρά κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών οδήγησαν σε μια πρωτοφανή διάδοση της ψυχολογικής-θεραπευτικής γλώσσας ως μοντέλου αντίληψης του εαυτού στις ύστερες καπιταλιστικές κοινωνίες. Η Illouz (2008) υποστηρίζει ότι η αυξανόμενη διάδοση του θεραπευτικού λόγου και η αύξηση της παθολογικοποίησης συνδέεται με την αγορά (π.χ. τα οικονομικά και επαγγελματικά συμφέροντα ψυχολόγων, ψυχιάτρων, επαγγελματιών ψυχικής υγείας, φαρμακοβιομηχανιών), με την ανάγκη του κράτους για νομιμοποίηση και κοινωνικό έλεγχο, αλλά και με διάφορα πολιτικά υποκείμενα που έθεσαν νέες διεκδικήσεις από το κράτος, χρησιμοποιώντας βασικές πολιτισμικές ιδέες της θεραπευτικής γλώσσας για να προωθήσουν τους αγώνες τους.

Κομβικής σημασίας για τη θεραπευτικοποίηση ήταν η ιδέα πως «όλοι οι πολίτες είχαν ίσα δικαιώματα σε μία υγιή ψυχή» (Illouz, 2008), η οποία χρησιμοποιήθηκε για να αναγνωριστεί η ψυχική οδύνη διαφόρων «ψυχολογικά τραυματισμένων» ανθρώπων (βετεράνων του Βιετνάμ, ψυχικά και σωματικά κακοποιημένων παιδιών και γυναικών) και να διεκδικηθεί πολιτισμική αναγνώριση, ψυχολογική και οικονομική αποζημίωση για εκείνους, καθώς και να γίνουν αλλαγές στις σχέσεις εξουσίας και στη νομοθεσία. Όπως δείχνουν η Illouz (2008) και ο McLaughlin (2012), η ψυχολογική γλώσσα εκτόπισε τους προγενέστερους, περισσότερο «συλλογικούς» τρόπους νοηματοδότησης ορισμένων κοινωνικών προβλημάτων και εμπότισε τη γλώσσα με την οποία εκφράζονταν οι πολιτικοί αγώνες. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν τον εαυτό τους με μια γλώσσα ψυχολογικά τραυματισμένου «θύματος» ή «επιζώντα». Οι παραπάνω αντιλήψεις έγιναν μέρος μιας θεραπευτικής πολιτισμικής αφήγησης για τον εαυτό, η οποία επεκτάθηκε και σε άλλα πεδία (από παιδιά που έπεφταν θύματα εκφοβισμού στο σχολείο, εργαζόμενους που ήταν θύματα εκφοβισμού στο χώρο εργασίας και αντιλαμβάνονταν την εργασιακή εκμετάλλευση και επισφάλεια ως εξατομικευμένο άγχος, κατάθλιψη ή εργασιακή εξουθένωση που όφειλαν να διαχειριστούν, θύματα πολέμου που είχαν «ψυχικά τραύματα», μέχρι και στοιβαγμένους μετανάστες στα διάφορα κολαστήρια συγκέντρωσης ή ανέργους που χρειάζονταν πρωτίστως «ψυχολογική» βοήθεια).

Ενώ η θεραπευτικοποίηση έμοιαζε αρχικά να διαθέτει πολιτικά προοδευτικές διαστάσεις και υποσχόταν να αναδείξει και να αμφισβητήσει τις δομικές σχέσεις εξουσίας και εκμετάλλευσης (μέσα στην πατριαρχική οικογένεια, στο σχολείο, στην επιχείρηση, στον παραλογισμό του πολέμου, στη μεταναστευτική πολιτική, τη δομική ανεργία), ουσιαστικά μετατόπισε την κριτική από το πολιτικό στο ψυχολογικό πεδίο και γύρισε μπούμερανγκ, καθώς υιοθετήθηκε από και ενσωματώθηκε στις ίδιες εξουσιαστικές πρακτικές και θεσμούς που στόχευε να ανατρέψει. Αντί να αντιταχθεί στο θεσμοθετημένο σεξισμό και στην καταπίεση απέναντι σε ΛΟΑΤ ανθρώπους, στον άνισο καταμερισμό της εργασίας, στην εργασιακή αλλοτρίωση, επισφάλεια και εκμετάλλευση, στα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που συνδέονταν με τους πολέμους, στη ρατσιστική μεταναστευτική πολιτική, στο επίκεντρο της έθεσε τον «ψυχολογικά τραυματισμένο» άνθρωπο-θύμα. Η θεραπευτική γλώσσα αφομοιώθηκε και προωθήθηκε με τόση επιτυχία από μια σειρά θεσμών, καθώς έμοιαζε να αμφισβητεί τις σχέσεις εξουσίας και να δίνει απαντήσεις σε κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα, την ίδια στιγμή που τα έσπρωχνε κάτω απ’ το χαλί, μετατρέποντάς τα σε ατομικά ψυχολογικά ή συναισθηματικά προβλήματα που απαιτούσαν την αντίστοιχη υποστήριξη και παρέμβαση. Η ψυχολογική γλώσσα, απέχοντας πολύ από το να αμφισβητήσει τη δομική εκμετάλλευση, τις κοινωνικές ανισότητες και την ωμή βία της εξουσίας, έγινε απλώς το ήπιο θεραπευτικό δεκανίκι της, που παρουσίαζε εκείνους επί των οποίων ασκούταν ως ευάλωτους ή ελλειμματικούς ψυχισμούς, ως ψυχολογικά τραυματισμένα θύματα που χρειάζονταν «ψυχολογική βοήθεια». Ζητούμενο έγινε έτσι η (αυτο)θεραπεία του ψυχολογικά τραυματισμένου/ευάλωτου ατόμου ή η προστασία του μέσω της δημιουργίας αποστειρωμένων και ελεγχόμενων ζωνών ομιλίας, συμπεριφορών και σχέσεων, που δεν θα έθεταν σε κίνδυνο την εύθραυστη και ευάλωτη ύπαρξή του.

Αυτή η θεραπευτική/ψυχολογική γλώσσα (και εξουσία) βρίσκει σύμφωνους ανθρώπους όλων των πολιτικών αποχρώσεων, από τα δεξιά μέχρι και τα αριστερά, τόσο δασκάλους όσο και γονείς, τόσο εργοδότες, εργαζόμενους και συνδικάτα, κυρίως λόγω της υπόσχεσής της πως θα προσφέρει διεξόδους σε σημαντικά κοινωνικοπολιτικά, εργασιακά και οικογενειακά ζητήματα. Η ομοφωνία αυτή οφείλεται, επίσης, στο ότι πολλοί/ές θεωρούν λανθασμένα την ψυχολογική/συναισθηματική σφαίρα και την «επιστημονική» της διαχείριση ως κάτι ανεξάρτητο και αυτόνομο από το πολιτικό και το κοινωνικό, και κάτι το ιδεολογικά ουδέτερο.

Η γλώσσα του bullying

Ο λόγος περί bullying που αναπτύχθηκε κατά τη δεκαετία του ’90 και άρχισε να εμφανίζεται στο ελληνικό συγκείμενο κυρίως τα τελευταία χρόνια ως ένα εισαγόμενο σώμα ψυχολογικής θεωρίας και ευρύτερης θεσμικής πρακτικής, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις παραπάνω τάσεις και μετασχηματισμούς. Ο συγκεκριμένος λόγος επικινδυνότητας προβληματοποιεί ένα μεγάλο εύρος συμπεριφορών, υπάγοντάς τες υπό την αυθεντία και την ειδημοσύνη της ψυχολογικής γνώσης. Επίσης, συνδέεται με διαδικασίες παθολογικοποίησης και ψυχολογικοποίησης της παιδικής/εφηβικής ηλικίας, που επιβάλλουν ένα γενικευμένο καθεστώς ελέγχου, επιτήρησης και κανονικοποίησης στο σχολικό πλαίσιο και ευρύτερα (βλ. Μπαϊρακτάρης, 2013· Παπαθανάσης, 2014).

Η ρευστότητα και η ασάφεια που χαρακτηρίζει τους ορισμούς του ‘bullying’ οδηγεί στο τσουβάλιασμα πολύ ανόμοιων φαινόμενων και συμπεριφορών κάτω από την ίδια ταμπέλα/κατηγορία, συσκοτίζοντας και καθιστώντας ασήμαντες τις ποιοτικά διαφορετικές προθέσεις, αιτίες και επιδιώξεις που χαρακτηρίζουν τις διάφορες μορφές συγκρούσεων, καβγάδων ή/και βίας. Αυτές ποικίλουν ανάλογα με το πλαίσιο, τις συλλογικές και προσωπικές ιστορίες και σχέσεις εξουσίας που διαπερνούν τους εκάστοτε δρώντες και την κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, και άρα χρειάζονται διαφορετικές –και κυρίως μη ψυχολογικές και ψυχοπαθολογικές– εξηγήσεις (π.χ. μικροπρακτικές γελοιοποίησης, πειραγμάτων ή προσβολής που αποτελούν μορφές αντίστασης σε σχέσεις καταπίεσης ή/και υπονόμευσης κυρίαρχων κανονιστικών προτύπων και ρόλων, έμφυλες και σεξουαλικοποιημένες μορφές επιθετικότητας και βίας, ένα πείραγμα για κάποιο χαρακτηριστικό όπως μεγάλη μύτη ή αυτιά, συγκρούσεις που πηγάζουν από τα προνόμια, το διαφορετικό γούστο και πολιτισμικούς αξιακούς κώδικες που συνδέονται με την ταξικότητα και τη φυλετικότητα, συγκρούσεις που απορρέουν από την ανταγωνιστική και ταξικά οργανωμένη εκπαιδευτική κουλτούρα που δημιουργεί ‘νικητές’ και ‘αποτυχημένους’, μορφές εξευτελισμού και ταπείνωσης που συνδέονται με κοινωνικές πρακτικές σεξισμού, καταπίεσης ΛΟΑΤ ανθρώπων ή ατόμων με αναπηρία).

Η αδυναμία του λόγου του bullying να διακρίνει τη διαφορετικότητα των παραπάνω περιπτώσεων και τη μη ψυχολογική τους φύση, δεν οδηγεί απλώς σε ένα τσουβάλιασμα, αλλά στη μετατροπή ορισμένων μορφών δομικής καταπίεσης (και των βαθύτερων κοινωνικών, ιστορικών και πολιτικών τους αιτιών) σε τίποτα περισσότερο από ένα υποκειμενικό βίωμα ψυχικής δυσφορίας, που γίνεται αντιληπτό αποκλειστικά σε μια εξατομικευμένη, ψυχολογική/συναισθηματική βάση ή/και ιατρικοποιείται ως συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψης του ‘θύματος’. Εξίσου προβληματική είναι η αναγωγή των σχέσεων εξουσίας σε μια απολιτίκ και εξατομικευμένη «μη ανοχή στη διαφορετικότητα».

Συνέπεια της παραπάνω ψυχολογικής θεώρησης είναι η αφελής ιδέα πως οι δομικές σχέσεις καταπίεσης ή/και τα φαινόμενα βίας θα εξαλειφτούν μέσα από δράσεις «ευαισθητοποίησης» για το bullying που θα διδάξουν τα παιδιά και τους εφήβους να «σέβονται το διαφορετικό», να «είναι φίλοι» ή να σκέφτονται και να μιλούν σαν μικροί ψυχολόγοι· ψυχικά τραυματισμένα –ωστόσο ηρωικά– ‘θύματα/επιζώντες’[2] ή μετανοημένοι και γεμάτοι ενσυναίσθηση ‘θύτες’. Αντλώντας από την πολιτισμική αφήγηση του ψυχικά τραυματισμένου/ευάλωτου ατόμου, το ερμηνευτικό πλαίσιο του bullying οδηγεί σε μια αναπόφευκτη θυματοποίηση και ευαλωτότητα εκείνους που κατασκευάζει ως ‘θύματα’, ενώ παθολογικοποιεί αυτούς/ές που κατηγοριοποιεί ως ‘θύτες’ με έμφυλους, φυλετικά και ταξικά συγκεκριμένους τρόπους. Από τη μία, δημιουργείται ένα εύθραυστο υποκείμενο και μια κατάσταση στην οποία κάθε τι που μπορεί να διαταράσσει αυτή την ευθραυστότητα, αποτελεί bullying. Από την άλλη, συμπεριφορές που μέχρι στιγμής γίνονταν αντιληπτές στον καθημερινό λόγο ως ένα ζήτημα ευγένειας ή πειράγματος, ψυχο(παθο)λογικοποιούνται (δεν είσαι πλέον ‘άξεστος’, ‘αγενής’ ή ‘πειραχτήρι’, αλλά ‘bully’).

Καθώς ο λόγος του bullying ανάγει κοινωνικοπολιτικές διαδικασίες σε ατομικές αλληλεπιδράσεις –που παρουσιάζονται ως σχέσεις μεταξύ προκατασκευασμένων ταυτοτήτων ‘θύτη’ και ‘θύματος’ και «εξηγούνται» με βάση κάποια υποτιθέμενα ψυχολογικά χαρακτηριστικά τους (π.χ. χαμηλή ή υψηλή αυτοεκτίμηση, εσωστρέφεια ή εξωστρέφεια, έλλειψη ενσυναίσθησης, συναισθηματική ανωριμότητα, ανασφάλειες, αυταρχική ή αντικοινωνική προσωπικότητα, επιθετικότητα κοκ) ή την οικογενειακή ανατροφή τους– καθιστά αόρατες τις σχέσεις εξουσίας και τις ευρύτερες θεσμοθετημένες πρακτικές που διαπερνούν αυτές τις διαδικασίες. Έτσι, καταλήγει να συμβάλλει στην παγίωση και ενίσχυση των σχέσεων εξουσίας και δομικής καταπίεσης που μοιάζει να αμφισβητεί και να υπονομεύει.[3]

Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Η είδηση πως ο Sergei Casper, ένας μαθητής στη Ρωσία, βρήκε φριχτό θάνατο κατά τον βασανισμό από τους συμμαθητές του, περιγράφτηκε ως περιστατικό bullying. Αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο όχι μόνο καθιστά ανεξήγητα και ασήμαντα τα αίτια του συγκεκριμένου περιστατικού[4], αλλά αποπολιτικοποιεί και συγκαλύπτει άμεσα την κοινωνικοπολιτική και πολιτισμική τους διάσταση. Η παραπάνω επίθεση φαντάζει ακατανόητη αν δεν ληφθεί υπόψη το πατριαρχικό και θεσμικά καταπιεστικό για τα ΛΟΑΤ άτομα πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στη Ρωσία κατά τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά αυτού του πλαισίου είναι όχι μόνο οι αντι-γκέι νόμοι του Πούτιν, αλλά και μια σειρά επιθέσεων, περιστατικών βασανισμού, βιασμού και δολοφονιών ομοφυλόφιλων, που ανέχεται –αν δεν στηρίζει ενεργά– σημαντικό μέρος της ρώσικης κοινωνίας.

Έτσι, το περιστατικό αυτό δεν αποτελεί κάποια απρόσμενη παθολογική περίπτωση ‘bullying’ που οφείλεται στην «ψυχολογία» των ‘θυτών’ ή του ‘θύματος’, αλλά ένα «φυσιολογικό» τελετουργικό επιβολής της ηγεμονικής αρρενωπότητας σε εκείνες που θεωρούνται υποδεέστερες εντός ενός έντονα πατριαρχικού και ομοφοβικού πλαισίου (βασική αιτία ήταν η αγάπη του για τις τέχνες και η επιθυμία του να δίνει παραστάσεις). Η ανεξήγητη «αδιαφορία» της καθηγήτριας που βρισκόταν μπροστά στο περιστατικό, δείχνει αν όχι τη συμμόρφωσή της με το συγκεκριμένο φαλλοκρατικό πλαίσιο, τότε τουλάχιστον την ανοχή της απέναντι σε αυτό. Αντίστοιχα, στην πρόσφατη υπόθεση του Βαγγέλη Γιακουμάκη που πήρε πρωτοφανή δημοσιότητα, τα αίτια δεν πρέπει να αποδίδονται σε κάποια υποτιθέμενη ψυχοπαθολογία των ‘θυτών’ ή στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά του ‘θύματος’, αλλά στη θεσμοθετημένη επιβολή μιας ορισμένης μάτσο αρρενωπότητας, με τους διάφορους εξευτελισμούς και καψώνια να συνοδεύονται από την παρότρυνση των κρητικών συγκατοίκων του: «να δείχνεις και να φέρεσαι σαν Κρητικός. Να είσαι σκληρός άνδρας, όπως όλοι οι συντοπίτες σου».

Στις παραπάνω περιπτώσεις (όπως και σε πολύ διαφορετικές περιπτώσεις) ο λόγος του bullying μας επιτρέπει να νοηματοδοτήσουμε διάφορα φαινόμενα και να μιλήσουμε γι’ αυτά, εγκλωβίζοντας όμως τη σκέψη μας σε ένα επιφανειακό επίπεδο ψυχολογίας, ψυχοπαθολογίας ή προβληματικής οικογενειακής ανατροφής, με αποτέλεσμα να παραβλέπουμε τις βαθύτερες κοινωνικοπολιτικές και πολιτισμικές τους διαστάσεις καθώς και τις σχέσεις εξουσίας που διαπλέκονται με αυτά.
Βιβλιογραφία
Brunila, K. (2012a). From Risk to Resilience: The therapeutic ethos in youth education. Education Inquiry, 3(3): 451-464.
Brunila, K. (2012b). A diminished self: Entrepreneurial and therapeutic ethos working with the same aim.European Educational Research Journal, 11(4): 477-486.
Coppock, V. (2011). Liberating the Mind or Governing the Soul? Psychotherapeutic Education, Children’s Rights and the Disciplinary State.Education Inquiry, 2(3): 385-399.
Illouz, E. (2008). Saving the modern soul. Berkeley: University of California Press.
Ecclestone, K., Hayes, D. (2008). The Dangerous Rise of Therapeutic Education.London: Routledge.
McLaughlin, K. (2012). Surviving identity. Vulnerability and the psychology of recognition. London & New York: Routledge.
Μπαϊρακτάρης, Κ. (2013). Ο εκφοβισμός στα σχολεία και η βία της φτώχειας.Εφημερίδα των Συντακτών, 1 Σεπτεμβρίου http://archive.efsyn.gr/?p=102200
Παπαθανάσης, Λ. (2014). Η κατασκευή της «ενδοσχολικής βίας». Ανακτήθηκε απόhttps://lefterisp.wordpress.com/2014/12/11/v/
Ringrose, J., Renold, Ε. (2010). Normative cruelties and gender deviants: The performative effects of bully discourses for girls and boys in school. British Educational Research Journal, 36(4): 573-96.
Σημειώσεις:
[1] Για κριτικές αυτού που έχει ονομαστεί ‘θεραπευτικό έθος’ στην εκπαίδευση ή ‘θεραπευτική εκπαίδευση’, βλ. Ecclestone & Hayes (2008), Brunila (2012a), Coppock (2011). Για τη σχέση του θεραπευτικού έθους με ένα νεοφιλελεύθερο επιχειρηματικό έθος, βλ. Brunila (2012b).
[2] Χαρακτηριστική είναι εδώ η δήθεν χειραφετητική παρακίνηση «μίλα, μη φοβάσαι».
[3] Όπως δείχνουν οι Ringrose & Renold (2010), ο λόγος του bullying και ο υπεραπλουστευτικός του δυισμός ‘θύτη/θύματος’ αντλούν από και διαιωνίζουν ιεραρχικές έμφυλες σχέσεις και πρότυπα, επιβάλλοντας κανονιστικά ιδανικά αρρενωπότητας και θηλυκότητας.
[4] Υπάρχει μια πολύ προβληματική κυκλικότητα και ταυτολογία στον λόγο του bullying, σύμφωνα με την οποία το ‘bullying’ παρουσιάζεται τόσο ως η αιτία/«εξήγηση» όσο και το όνομα του υπό περιγραφή φαινομένου.