Σε ένα τραπέζι καθόταν τέσσερα ανάμενα κεριά. Επικρατούσε τόσο πολύ ησυχία που μπορούσες να τα ακούσεις να μιλάνε. Το πρώτο είπε, «Είμαι η ΕΙΡΗΝΗ, αλλά κανείς δεν μπορεί να με κρατήσει αναμμένο. Νομίζω πως πρέπει να σβήσω.» Η φλόγα του έσβησε και το κερί έσβησε…
Το δεύτερο κερί είπε, «Εγώ είμαι η ΠΙΣΤΗ. Δεν είμαι πλέον αναντικατάστατo, οπότε δεν έχει νόημα να είμαι αναμμένο.»
Μόλις σταμάτησε να μιλάει, ένα ρεύμα αέρα απαλά το έσβησε.
Λυπημένα, το τρίτο κερί άρχισε να μιλάει. «Εγώ είμαι η ΑΓΑΠΗ. Δεν μου έχουν δώσει την ενέργεια για να παραμείνω αναμμένο. Οι άνθρωποι με παραμελούν και δεν καταλαβαίνουν την σημαντικότητα μου. Έχουν ξεχάσει ακόμη να αγαπούν αυτούς που είναι δίπλα τους.» Μην περιμένοντας πλέον, έσβησε.
Ξαφνικά μπήκε στο δωμάτιο ένα παιδί και είδε τα τρία κεριά σβηστά. «Γιατί δεν είστε αναμμένα, έπρεπε να μείνετε αναμμένα μέχρι να καείτε εντελώς.»
Λέγοντας αυτό, το παιδάκι άρχισε να κλαίει. Τότε το τέταρτο κερί είπε, «Μην φοβάσαι, όσο θα καίω εγώ ακόμα θα μπορούμε να ανάψουμε και τα υπόλοιπα κεριά, είμαι η ΕΛΠΙΔΑ. »
Με την χαρά ζωγραφισμένη στα μάτια του, το παιδί πήρε το κερί της ΕΛΠΙΔΑΣ και άναψε τα άλλα τρία κεριά.
Η φλόγα της ΕΛΠΙΔΑΣ δεν πρέπει να σβήνει ποτέ και έτσι θα υπάρχει ΠΙΣΤΗ, ΕΙΡΗΝΗ και ΑΓΑΠΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου