Κάποτε ζούσε μια κοπέλα σε μια κεντρική πόλη του κόσμου. Είχε μάθει να δίνει απλόχερα αγάπη, αλλά παρόλα αυτά κατάφερνε και συνδύαζε τη μοναχικότητα και τη κοινωνικότητα με έναν μοναδικό, δικό της τρόπο.
Όταν όμως ο κόσμος της έδινε αγάπη δεν ήξερε ούτε πώς να τη διαχειριστεί ούτε πώς να αντιδράσει. Της φαινόταν εξαιρετικά περίεργο και πρωτόγνωρο ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ που συνέβαινε αυτό. Τις ώρες που ήταν μόνη της το σκεφτόταν και ένιωθε πολύ περίεργα. Έβαζε τα κλάματα, απορούσε και είχε ένα γιατί που της «έτρωγε» τη ψυχή.
Κάποιες φορές φλέρταρε επικίνδυνα με τη μοναξιά, μα όλο και κάτι γινόταν και ξέφευγε. Σαν κάποιος να την ήθελε εκεί. Σαν κάποιος να την ήθελε να παιδεύεται. Ή να παλεύει!
Ένιωθε ένα συνεχόμενο κενό στη ψυχή της που ποτέ δεν είχε καταφέρει κάποιος να το καλύψει. Ούτε καν η ίδια.
Οι φίλοι της δεν υποψιαζόντουσαν κάτι ή και να υποψιαζόντουσαν δεν μπορούσαν να καταλάβουν ακριβώς τι συμβαίνει. Και να ήθελε να τους πει και να τους εξηγήσει δεν μπορούσε.
Πολλές πράξεις της στους άλλους έμοιαζαν ή χωρίς νόημα ή υπερβολικές.
Σε εκείνη όμως, στη δική της ψυχοσύνθεση είχαν το ΑΠΟΛΥΤΟ νόημα.
Αρκετές φορές προτιμούσε να μένει βδομάδες με την ελάχιστη δυνατή συναναστροφή με ανθρώπους, να βγαίνει μόνη της για καφέ ή να πηγαίνει βόλτα χωρίς παρέα.
Κάτι που στους «φυσιολογικούς» ανθρώπους δεν βγάζει νόημα. Ο άνθρωπος εξάλλου θεωρείται κοινωνικό ον.
Όταν όμως εκείνη έμενε μόνη της, έβγαινε για καφέ ή πήγαινε βόλτα μόνη της αισθανόταν όμορφα, με μια κάποια ολοκλήρωση του «εγώ» της, χωρίς όμως αυτό το κενό να καλυφτεί ποτέ.
Κι ας το προσπάθησε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και επανειλημμένα.
Κάποια μέρα, σε μία από τις βόλτες μόνη της το βλέμμα της συνάντησε το βλέμμα ενός άγνωστου περαστικού. Ένας παγωμένος ιδρώτας διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της και ανατρίχιασε ολόκληρη.
Στο βλέμμα του αγνώστου αντίκρισε αυτό που τη τρόμαξε περισσότερο από όσα έχει ζήσει και όλους τους φόβους της. Το ίδιο κενό που ένιωθε και εκείνη.
Συνεχίζοντας το βήμα της και χωρίς να σταματήσει το σκέφτηκε για 1-2 δευτερόλεπτα.
«Έχει τη κατάρα της δημιουργικότητας» σκέφτηκε κι ένα χαμόγελο γέμισε το πρόσωπο της… Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε για μερικά δευτερόλεπτα ολοκληρωμένος άνθρωπος!
Αγγελική Ξαγοράρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου