Τετάρτη μεσημέρι κοιτάζω το μεγάλο μου ψυγείο με τις ώρες. Επάνω ζωγραφιές και μαγνητάκια, φωτογραφίες, σημειώματα και κίτρινα αυτοκόλλητα με κόκκινες καρδούλες. Στη μέση ένα λευκό χαρτί με όλους μου τους στόχους, τα πλάνα μου, τα σχέδιά μου. Ολόκληρη η ζωή βαλμένη σε κουτάκια που μου θυμίζουνε πως φέτος ήρθε η στιγμή να κάνω αυτά που χρόνια αφήνω να σκονίζονται και να σαπίζουν. Σ’ ένα κουτάκι οι σπουδές μου – να επιστρέψω στα θρανία και να χορτάσω τη λαχτάρα μου να μάθω κι άλλα, πολλά, όσα μπορώ και όσα αντέχω. Σ’ άλλο κουτάκι τα ταξίδια μου που μείνανε μισά ενώ ο κόσμος είναι εκεί και περιμένει. Σ’ άλλο κουτάκι ο έρωτας, το πάθος που θυσίασα στο όνομα μιας σίγουρης και εύκολης ζωής.
Τετάρτη μεσημέρι και βλέπω τα κουτάκια μου να λιώνουν και να σκίζονται, τα σχέδια που έκανα να γίνονται κομμάτια και το Θεό από ψηλά να τα κοιτά και να γελάει. Ανατροπή. Δε θα σπουδάσω τελικά, δεν γίνεται, τα σχέδια αλλάζουν. Και τα ταξίδια μου πρέπει να περιμένουν, τα αεροπλάνα φέτος θα πετούν χωρίς εμένα. Κι ο έρωτας με γείωσε, με ξέχασε μπροστά σε μια οθόνη αναμμένη κι ούτε και σκέφτηκε ποτέ να με διεκδικήσει. Κι όλο το πάθος μου για νέα ξεκινήματα το είδα να μεταμορφώνεται σε υδρατμούς και να επιστρέφει σε σταγόνες που κυλούν από τα μάτια μου για μέρες.
Εκτίθεμαι. Λέω πως τα βράδια κλαίω δυνατά και δε με νοιάζει. Λέω πως λύγισα κι αδιαφορώ για όσα θα πείτε. Λέω πως νιώθω κουρασμένη και θέλω να ξεκουραστώ. Βγάζω τη μάσκα του «είμαι καλά» που μου φοράν από μικρή και την πετάω στα σκουπίδια. Δεν μου ταιριάζουν οι ταμπέλες τους, τα στερεότυπα με πνίξανε κι οι αλυσίδες τους μου αφήσανε σημάδια. Γύρω μου μάτια κενά, γεμάτα απόγνωση και θλίψη κι όλοι φορούν τη φορεσιά του «είμαι καλά» λες κι είναι ντροπή να είσαι κάτι άλλο.
Αφήνω το ψυγείο μου και στρέφω το βλέμμα στο ταβάνι. Οραματίζομαι έναν κόσμο που το «καλά» είναι ανύπαρκτο, δεν το επινόησε ποτέ κανείς… τα συναισθήματα είναι όλα εκεί, περήφανα και έτοιμα να ειπωθούν χωρίς να ντρέπονται ή να φοβούνται. Είμαι χαρούμενος, είμαι θλιμμένος, είμαι θυμωμένος, ενθουσιασμένος, είμαι σ’ απόγνωση, ερωτευμένος, είμαι κουρασμένος. Ότι κι αν είμαι, ξέρω πως σύντομα θα είμαι κάτι άλλο, ξέρω πως όλα εναλλάσσονται και σπάνια παραμένουν ίδια. Ξέρω πως αύριο θα σηκωθώ και θα χαμογελάω και πως θα είμαι πάλι έτοιμη και δυνατή να φτιάξω τη ζωή μου όπως τη θέλω. Και πως μεθαύριο θα είμαι κάτι διαφορετικό κι αυτό είναι εντάξει.
Δεν είμαι καλά. Είμαι θλιμμένη. Και θυμωμένη. Εκτίθεμαι κι αδιαφορώ. Η θλίψη μου θα πλέξει σταυροβελονιά, το ξηλωμένο μου χαμόγελο και ο θυμός μου θα μου δώσει δυνατή σπρωξιά να πάω παρακάτω. Είμαι όλα, κι όλα είναι εγώ. Και αποφάσισα να σπάσω τα καλούπια που μας θέλουν κουρδισμένους να γελάμε. Αποφάσισα ότι ο άνθρωπος ο δυνατός δεν είναι εκείνος που είναι πάντοτε καλά, αλλά αυτός που ξέρει να γελάει και να κλαίει.
Εκείνος που μπορεί να είναι αληθινός και να αναλάβει την ευθύνη της αλήθειας του, εκείνος που θα πέσει και θα αγαπήσει τις πληγές του, θα ερωτευτεί και θα θελήσει να το πει, που θ’ αγκαλιάσει τα διλήμματά του, θα μάθει απ’ τα παθήματά του, θα γνωρίσει τα όριά του και τελικά θα ξέρει πως τα έζησε όλα. Τα ένιωσε όλα. Με δύναμη και ένταση, με αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Χωρίς πολλές εκλογικεύσεις, χωρίς να κρύβεται. Δεν είμαι καλά και μου αρέσει. Εκτίθεμαι και το απολαμβάνω. Σήμερα είμαι θυμωμένη. Αύριο θα είμαι ενθουσιασμένη. Μεθαύριο θα είμαι λυπημένη μα ποτέ ξανά «καλά». Είμαι όλα κι όλα είναι εγώ κι αδιαφορώ για όσα θα πείτε ή θα σκεφτείτε.
Αλεξάνδρα Κεντρώτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου