Σελίδες

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Πώς μαθαίνει να διαβάζει;

images (6)
Είναι ένα θέμα που με απασχόλησε πολύ, μέσα από τη δική μου σχολική εμπειρία, όλα όσα ήξερα ως μητέρα, δασκάλα και «ειδική παιδαγωγός» για παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, από το παρελθόν.
Να εφαρμόσω αυτήν ή την άλλη μέθοδο; Να προχωρήσω αργά ή γρήγορα; Να πηγαίνω με τις διαθέσεις της ή με τα πρέπει τα δικά μου; Να κάνω αυτό ή το άλλο; Τώρα ή αργότερα;
Όλ’ αυτά οι περισσότεροι (και εγώ στο παρελθόν) τα παραδίδαμε στους δασκάλους, στο σχολείο, που «ξέρουν καλύτερα» και είχαμε ήσυχη τη συνείδησή μας, πως κάνουμε το καλύτερο και το σωστό. Ίσως και να ήταν όντως έτσι. Όταν όμως ξεκινάμε να συγκρίνουμε με το παρελθόν, πάντα θα χάνουμε τη μπάλα, γιατί οι απαντήσεις για το παρόν μας δεν βρίσκονται στο παρελθόν.

Τώρα, τα παιδιά είναι διαφορετικά, οι συνθήκες είναι διαφορετικές, εμείς είμαστε διαφορετικοί (τουλάχιστον κάποιοι από μας).
Βλέπω καθημερινά, όλες οι μέθοδοι και οι προηγούμενες γνώσεις μου να καταρρέουν καθώς δεν υποστηρίζω την επιβολή, τον εξαναγκασμό ή την οποιαδήποτε έλλειψη σεβασμού προς την ατομικότητα.
Το διάβασμα, όπως και η ομιλία συμβαίνει φυσιολογικά, και κυρίως, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ένα παιδί μαθαίνει να μιλά αν του μιλάς, αν αποκτάς σχέση υγιή μαζί του, αν του προσφέρεις το χρόνο σου, την προσοχή σου. Με τον ίδιο τρόπο μαθαίνει να διαβάζει.
Ζούμε σε έναν κόσμο γραπτού λόγου. Πινακίδες παντού, οδηγίες χρήσης, γραπτά μηνύματα με φίλους, εγκυκλοπαίδειες διαδικτυακές, λίστες για ψώνια κλπ κλπ . Παίζουμε scrabble, κρεμάλα, και όλα τα παιχνίδια έχουν οδηγίες, ονόματα… Δεν θα μπορούσε κανείς να υπάρχει με ασφάλεια σε έναν τέτοιο κόσμο, χωρίς την ικανότητα της ανάγνωσης και της γραφής.
Αυτό που διαπιστώνω όμως καθημερινά, είναι πως όσο εγώ απελευθερώνω τα πρέπει μου, την ανάγκη της σύγκρισης (με άλλους ή με το παρελθόν), όσο παρακολουθώ και στηρίζω παρά επεμβαίνω και επιβάλλω, το διάβασμα και το γράψιμο γίνονται μια φυσιολογική υπόθεση μέσα στην καθημερινότητά μας.
Αν δεν επιβάλλεσαι σε ένα παιδί και το εμπιστεύεσαι – δύσκολο για μας τους ενήλικες που δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη, ούτε στον εαυτό μας – διαπιστώνεις τις αυθόρμητες, δικές του προσπάθειες και την ανάγκη του να μάθει.
Θέλει να διαβάζει τις πινακίδες, θέλει να επιλέγει τα βιβλία της που θα διαβάσουμε στη βιβλιοθήκη, θέλει να γράφει τις λίστες για τα ψώνια, θέλει να γράφει γραπτά μηνύματα στ’ αδέλφια και στους φίλους της, θέλει να με ξεκουράζει για λίγο όταν διαβάζουμε… Το σημαντικό είναι αυτό το «θέλει», άσχετα από αυτό που έχουμε μπροστά μας. Και μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή!
Την ώρα που τρώμε και θέλει να διαβάσει μια ετικέτα, όταν περπατάμε στο δρόμο και θέλει να ξέρει τι λέει μια πινακίδα, όταν ψάχνει τα εκπαιδευτικά βιντεάκια στον υπολογιστή και θέλει να επιλέξει ποιο θα δει… τότε επιχειρεί και τα καταφέρνει να διαβάζει.
Το εκπληκτικότερο που διαπιστώνω είναι ότι εκεί που τα περισσότερα παιδιά μαθαίνουν με το σχολείο να σταματάνε να ρωτάνε (γιατί όλα τους προσφέρονται απλόχερα πριν ρωτήσουν, προτού διαπιστώσουν την ανάγκη μέσα τους), αυτή συνεχίζει να ρωτά και να θέλει να μαθαίνει:
Μαμά, πώς γράφεται αυτή η λέξη;
Ποιο «ο» να βάλω;
Πώς διαβάζεται το «οι», πες μου πάλι;
Και τότε παίρνω την ευκαιρία να της εξηγήσω γιατί και πώς ή να το ψάξουμε μαζί. Να της ενισχύσω τη γνώση της με παράλληλες πληροφορίες, με εισχώρηση στη γλώσσα και στη χρησιμότητά της. Η κατάκτηση της γλώσσας μετατρέπεται σε φυσιολογική υπόθεση και οι γνώσεις αφομοιώνονται εύκολα.
Όμως τα διάβασμα είναι μέσα στη ζωή μας, όπως και η ομιλία. Είναι στο παιχνίδι μας, στις συζητήσεις μας, στις ασχολίες μας… Δεν απουσιάζει από την καθημερινότητα της ζωής μας, δεν είναι απαλλαγμένο το παιδί, «προστατευμένο» σε έναν ψεύτικο κόσμο, με κάγκελα και κανόνες, χωρίς να χρειάζεται να συμμετέχει στην πραγματική ζωή.
Κυρίως, δεν κυνηγάμε το χρόνο. Στα τέσσερα περίπου ήθελε μόνη της να μάθει την αλφαβήτα. Την έμαθε εύκολα γιατί το ζήτησε. Περνά από διάφορες περιόδους που πλέον θεωρώ φυσιολογικές: άλλοτε ρουφάει τα βιβλία, γράφει, θέλει, προσπαθεί (η ίδια δεν θεωρεί “προσπάθεια” αλλά επιλεκτική ασχολία, το οτιδήποτε κάνει) και άλλοτε δεν θέλει να ασχοληθεί με τίποτα αλλά να παίζει όλη μέρα και να κάνει άλλα. Όταν δεν φοβάμαι, αυτές κρατάνε λίγο και εν τω μεταξύ έχει ανακαλύψει άλλες πλευρές του εαυτού της.. και εγώ μαζί της. Είναι ευτυχισμένη, δεν βαριέται, και κάθε μέρα είναι μια καινούργια ζωή για αυτήν, με νέα δεδομένα, ευκαιρίες, προκλήσεις.
Όταν κάνει αντιστροφές ή όταν διάβαζε ανάποδα, παλαιότερα, καταλάβαινα πως ακόμα το δεξί της ημισφαίριο υπερίσχυε του αριστερού… άλλωστε ήταν φανερό, στην έξαρση της φαντασίας της, στη δημιουργία νέων πραγματικοτήτων, στη διερεύνηση του Είναι της. Η ισορροπία είναι εσωτερική υπόθεση όταν υπάρχει κατανόηση και όταν επιτρέπουμε, εμπιστευόμενοι, γνωρίζοντας και όχι πολεμώντας μέσα από αυτό που θεωρούμε σωστό.
Δεν χρειάζεται σίγουρα καμία ταμπέλα ούτε «αντιμετώπιση», γιατί είναι φυσιολογική, κόντρα στις περιοριστικές ιδέες μας, που εμποδίζουν να δούμε πραγματικά τα παιδιά μας.
Το διάβασμα είναι σχέση, όπως όλα τα άλλα. Αν εμείς δεν έχουμε σχέση με αυτό, γίνεται πιο δύσκολο (όχι όμως αδύνατον) για το παιδί να αποκτήσει μια υγιή σχέση με αυτό. Το κυριότερο όμως, που ενισχύει οποιαδήποτε λειτουργία, οποιαδήποτε πτυχή της ζωής του παιδιού μας είναι να μάθουμε να παρατηρούμε, αντικειμενικά και απαλλαγμένοι από ανάγκη κριτικής, κατηγοριοποίησης και ορισμού «σωστού» ή «λάθους», για να μάθουμε και να εξελισσόμαστε και εμείς και τα παιδιά μας, με ψυχική γαλήνη και θετική συνύπαρξη.
Σίγουρα όμως, είναι ένα τεράστιο θέμα, που δεν εξαντλείται σε ένα άρθρο, μόνο αγγίζεται. Η συνέχεια πρέπει να γραφτεί από τον καθένα μας, σε ισότιμες, ειλιρκινείς συζητήσεις, που ενισχύουν την ατομικότητά μας και προσφέρουν στους γυρω μας.
Για όσους είναι έτοιμοι να αλλάξουν τα δεδομένα τους και να διευρύνουν την αντίληψή τους,  υπάρχει σχετικό συνδρομητικό φόρουμ, όπου συζητάμε, ώριμα, ελεύθερα, με ασφάλεια, όλα όσα μας απασχολούν, βγαίνοντας από τα αδιέξοδά μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου