Πέμπτη, 17 Απριλίου 2014
The modern
teacher is compelled to overcome the strict boundaries of professionalism and
imagine an education structured on humans for humans. The teacher must be a
reflecting researcher and innovator.
Modern messages
have to be adjusted from the teacher to match the student needs. Modern
teachers should be evaluated based not only on their problem-solving abilities
but also on their abilities to challenge and set new questions.
Είναι τόσο μεγάλες και συνεχείς οι μεταβολές στην
εποχή μας, ώστε αναπόφευκτα πλέον και ως ανθρώπους, αλλά κυρίως ως δασκάλους
μας επιβάλλεται να επαναπροσδιορίσουμε τη στάση μας και να βρούμε μία νέα θέση
μέσα στο σύγχρονο σκηνικό που πλέον είναι παγκόσμιο.
Η προσαρμογή του ατόμου στο νέο περιβάλλον είναι
κατορθωτή πλέον μόνο με συνεχή και έντονη προσπάθεια. Η επιτυχής αντιμετώπιση
των προβλημάτων της ζωής σήμερα απαιτεί περισσότερες θετικές γνώσεις,
μεγαλύτερη άσκηση των δεξιοτήτων, ισχυρότερα νεύρα, εντονότερη ενεργητικότητα,
μεγαλύτερη και ταχύτερη βουλητική αντοχή και ευελιξία. Να γιατί η νέα θέση του
σημερινού δασκάλου είναι το ζητούμενο και το άμεσο ερωτηματικό.
Ποιος είναι λοιπόν, ο μορφωτικός και ο ηθικός ρόλος
του δασκάλου της εποχής που ζούμε; Παραμένει μέσα στη σύγχρονη κοινωνία
θεμελιώδης η συμβολή της παιδείας όπως πριν ή όχι;
Η απάντηση είναι πως ουδέποτε άλλοτε, η σημασία του
δασκάλου και ως προσωπική συμπεριφορά και ως επαγγελματική επίδοση δεν υπήρξε
τόσο κεφαλαιώδης και τόσο πρωταρχική όσο στον καιρό μας. Η αναγκαιότητα της
παιδείας προβάλλει κολοσσιαία. Και κατά συνέπεια ουδέποτε άλλοτε υπήρξε τόσο
δύσκολο και τόσο βαρύ το έργο του εκπαιδευτικού. Η συνθετική πολυμέρεια της
σημερινής ζωής, μας κατακλύζει από την πρώτη ώρα. Καθημερινά εμφανίζονται και
αποταμιεύονται με ταχύτητα τόσα πνευματικά αγαθά και τόσες κατακτήσεις στο
τεχνικό τομέα, ώστε είναι αναπόφευκτο το βάρος της παιδείας να αυξάνει κάθε
μέρα με εντατικό ρυθμό και για εκείνον που τη δέχεται και για εκείνον που την
ασκεί. Στη σημερινή εποχή λοιπόν το ζήτημα της πνευματικότητας και της
προσωπικότητας του εκπαιδευτικού είναι περισσότερο από κάθε άλλη εποχή θέμα
προς συζήτηση απ’ όλους τους σύγχρονους παιδαγωγούς και την πανεπιστημιακή
κοινότητα.
Ο μαθητής μας είναι ήδη πολίτης του παγκόσμιου χωριού.
Θα πρέπει να γίνει το πιστεύω όλων των δασκάλων, ότι οι νέοι μας πρέπει να
αποκτήσουν ευρύτερη κριτική και ευέλικτη σκέψη, πιο ισχυρή ψυχική και
πνευματική θωράκιση και ηθικές αξίες τέτοιες που θα είναι η πανοπλία προστασίας
τους σε ένα περιβάλλον χωρίς σύνορα. Από τα σχολεία μας να βγαίνουν μαθητές που
θα είναι ικανοί ως αυριανοί πολίτες να διαχειρίζονται σωστά τις πληροφορίες που
δέχονται καθημερινά, να αξιολογούν και να ιεραρχούν τις καταναλωτικές τους
συνήθειες, αλλά και να εντρυφούν στις αιώνιες και αναλλοίωτες εκείνες αξίες που
στήριξαν τον πολιτισμό μας κάνοντάς τον καλύτερο για τη δική τους γενιά και για
τις επόμενες. Πολιτισμός είναι ν’ αφήνεις πολιτισμό και στους επόμενους.
Για να ανταποκριθεί ο δάσκαλος στο δύσκολο έργο του
σήμερα απαιτείται να είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος, θετικός παρατηρητής και
ερμηνευτής των γεγονότων και ουσιαστικός και απροκατάληπτος μορφωτής.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι η παιδεία
του έθνους, πρέπει να συμβολίζει και να δουλεύει όλη την ιστορική του μοίρα.
Ένας λαός είναι συνδεδεμένος ή παθητικά ή ενεργητικά με την ιστορία του. Ή τον
βαραίνει η ιστορία του, ή ενεργεί θετικά επάνω του. Και στον τομέα αυτό είναι
σημαντικός ο ρόλος του δασκάλου και ζωτική η θέση του στα αιτήματα της εποχής
μας.
Προβάλλει το αίτημα της υψηλής πνευματικότητας και της
προσωπικής αυτομόρφωσης του δασκάλου. Καταδεικνύεται η μεγάλη και θετική
ικανότητα που πρέπει να έχει για να μπορεί να τελεσφορήσει στο έργο του.
Φαίνεται πόσο το έργο αυτό έχει πάρα πολύ μεγαλύτερες και δυσκολότερες
απαιτήσεις από την αυτονόητη προσφορά μιας μεθοδικά άψογης διδασκαλίας. Γιατί
είναι κατ’ εξοχήν έργο βαθιά πνευματικό, πολύπλευρο, έργο έμπνευσης, που μαζί
με την έμφυτη δημιουργική δύναμη προϋποθέτει μια πλούσια, καλλιεργημένη, σε
πολύ ανοιχτό ορίζοντα προσανατολισμένη και με βαρύ αίσθημα της ευθύνης
προικισμένη ψυχή. Θα ήταν διαφορετικά αν περιορίζονταν σε απλούς τεχνολογικούς
και μεθοδολογικούς κανόνες. Όμως οι υποχρεώσεις, κάτω από την πίεση των
σημερινών απαιτήσεων έγιναν βαθύτερες.
Ο νέος άνθρωπος, που προσφέρει τη φρεσκάδα του, τη
προθυμία του, τα χρόνια της νωπής ηλικίας του, ζητά από το σημερινό δάσκαλό του
να είναι μια καλλιεργημένη διάνοια, ένα πνεύμα ανοιχτό και ανήσυχο. Στην εποχή
της στενής επαγγελματικής και βιωτικής εξειδίκευσης, όπου ο εμπειρισμός δεν
αρκεί, ισχύει περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή του παρελθόντος, ο άκαμπτος
νόμος της επιστημονικής ειδίκευσης.
Χρειάζεται λοιπόν επίμονη παρακολούθηση των
παιδολογικών επιστημών και προοδευτική αρτίωση της γενικής καλλιέργειας του
δασκάλου, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη σχολική
πραγματικότητα, να αποβεί ενσαρκωτής ιδανικών πολιτισμού και ανθρωπισμού, να
οδηγήσει φυσικά και αβίαστα στο βιολογικό ωρίμασμα του ατόμου με γνωστική περιέργεια.
Χρειάζεται από μέρους του έρευνα και διάγνωση της παιδικής νοοτροπίας του
καιρού μας, των ενδιαφερόντων, των αναγκών και ροπών του νέου ανθρώπου.
Με την αδιάκοπη λοιπόν μελέτη του και τις συνεχείς
επιμορφώσεις του πρέπει ασταμάτητα να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες
για να καταφέρει να ξεφύγει από τη ρουτίνα που βασανίζει άλλους υπαλλήλους.
Είναι λάθος ν’ ασκεί τη διδασκαλία όπως ο δικός του δάσκαλος παλαιότερα. Τη
θεωρία που είναι αποταμιευμένη στα βιβλία, να την ξεπεράσει. Να την κάνει πράξη
ανανεωτική, ευεργετική και απολυτρωτική στη σχολική του πρακτική. Η διδασκαλία
χρειάζεται ψυχή, χρειάζεται προσωπικότητα, για να μπορούν να σε νιώσουν και να
βγαίνουν οι μαθητές σου πλουσιότεροι σε γνώσεις και καλύτεροι ως άνθρωποι, αυτή
είναι η προϋπόθεση. Ο δάσκαλος δεν είναι διεκπεραιωτής εγγράφων, δεν κάθεται σε
μια καρέκλα ενός γραφείου, αντίθετα είναι δημιουργός ανθρώπων και κοινωνίας. Ο
δάσκαλος δεν είναι ένας ξηρός επαγγελματίας, έχει απέναντί του καθημερινά μάτια
άδολα, αθώα, αγνά, γεμάτα απορία και ψυχές που αναζητούν την αλήθεια. Είναι
ψυχοπλάστης.
Αυτή είναι η αλήθεια, που ξεχειλίζει μέσα από τις
φωνές όλων των εκπαιδευτικών των σχολείων μας. Μια χιλιοειπωμένη αλήθεια που
όμως δυστυχώς δεν κατορθώθηκε να γίνει ακόμη συνείδηση τόσο από μερικούς
δασκάλους όσο κυρίως από την ίδια την πολιτεία.
Όπως επίσης είναι αλήθεια ότι, κατά κανόνα, ο δάσκαλος
έχει σαν ουσιώδες γνώρισμά του τη «διδασκαλική συνείδηση», ώστε με την πίστη
του στη μορφωτική του αποστολή και τη συναίσθηση της ευθύνης του στο παιδαγωγικό
του έργο, να αγωνίζεται στις ημέρες μας, παρ’ όλες τις αντιξοότητες και τα
προβλήματα, να αντιμετωπίσει όσο εξαρτάται απ’ αυτόν, την προβληματικότητα της
εποχής μας με την πίστη του σε μια παιδεία που δεν ανάγεται αποκλειστικά στην
εκπαίδευση, αλλά απλώς την περικλείει και την οδηγεί παραπέρα.
Η σχολική τάξη είναι ένας χώρος προβλημάτων που
εγείρονται μέσα από την ομάδα των νεαρών υπάρξεων, τις οποίες διακρίνει πάντοτε
ένας δυναμικός χαρακτήρας, ποτέ πάντως μια στατική κατάσταση. Οι αμοιβαίες
σχέσεις των μελών της ομάδας και εκείνες μεταξύ αυτών και του παιδαγωγού έχουν
σοβαρότατη σημασία για την αγωγή και είναι ανάγκη να μελετούνται από το σχολικό
δάσκαλο.
Η συνάντηση του μαθητή με τα μορφωτικά αγαθά, είναι
ένας κύκλος ιδιαιτέρων ζητημάτων που απαιτούν τη λύση τους. Επίσης, οι ανάγκες
συνεχούς προσαρμογής του μαθητή προς τις διάφορες πλευρές μιας σχολικής ζωής
που τη χαρακτηρίζει η δράση, η κίνηση και η δημιουργικότητα, χρειάζονται και
αυτές ιδιαίτερη προσοχή από μέρους του δασκάλου.
Ο κατά το δυνατόν άρτια καταρτισμένος δάσκαλος και
εφοδιασμένος με τα σύγχρονα μέσα, που του παρέχουν οι άφθονες έρευνες στις
επιστήμες της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας, είναι σε θέση να διακρίνει τα
ερωτήματα και να αναγνωρίζει τα προβλήματα. Πέρα από αυτό και υπό τον
απαραίτητο πάντα θεμελιώδη όρο, ότι η ψυχή του παιδαγωγού κατέχεται από γνήσια
αγάπη προς τους μαθητές του, μπορεί να βρίσκει κάθε φορά το δρόμο του, που
οδηγεί στη λύση των προβλημάτων.
Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, έργο πράγματι περισσότερο
ανθρώπινο, περισσότερο ενδιαφέρον, περισσότερο οικοδομητικό και δημιουργικό,
περισσότερο βαθύ και πολυδιάστατο από το έργο του δασκάλου, θα ήταν πολύ
δύσκολο να βρει κανένας μέσα στην αφάνταστη αφθονία και ποικιλία των ανθρώπινων
ασχολιών.
Ο άρτια καταρτισμένος παιδαγωγός γνωρίζει, ότι πίσω
από τις διάφορες εκδηλώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς υπάρχουν εσωτερικά
κίνητρα που ωθούν προς αντίστοιχες ενέργειες και οδηγούν το άτομο προς την
επίτευξη ορισμένων σκοπών, τους οποίους έχει θέσει. Με τη γνώση αυτή μπορεί πια
να κατανοήσει τις διάφορες εκδηλώσεις των μαθητών του και να ανατρέξει στις
ρίζες τους, για να βοηθήσει με ουσιαστικό τρόπο στην μεταβολή των εκδηλώσεων
αυτών, εφόσον παρουσιάζουν χαρακτήρα επιβλαβή και για το συγκεκριμένο άτομο και
για τα μέλη της μαθητικής ομάδας που ανήκει.
Κάθε δάσκαλος γνωρίζει, ότι κίνητρο ενός μαθητή σε μια
αντικοινωνική διαγωγή έναντι ενός συμμαθητή του, αποτελεί η πρόθεσή του να
κάνει το δάσκαλο να ασχολείται με το συγκεκριμένο μαθητή, έστω και αρνητικά,
αφού ο ίδιος παραδέχεται ότι αποτυγχάνει να πετύχει μια υψηλή σχολική επίδοση
και επομένως στη συνείδηση του δασκάλου του κατέχει χαμηλή θέση. Αυτό βέβαια
είναι λάθος, ο δάσκαλος πονά και προσπαθεί περισσότερο για το κακό μαθητή. Η
γνώση των ψυχολογικών κινήτρων, αποτελεί σπουδαιότατο εφόδιο για το δάσκαλο
γιατί τον βοηθά να δημιουργήσει κατάλληλα κίνητρα μάθησης και επωφελούς δράσης
στους μαθητές του, με απώτερο στόχο την πορεία προς την ωριμότητα και
ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους.
Περισσότερο ικανοποιητική μορφή σχέσης μεταξύ
παιδαγωγού και παιδαγωγούμενου είναι εκείνη, που χαρακτηρίζεται από δημοκρατικό
πνεύμα και φιλική διάθεση και θέρμη. Και φυσικά, όχι η παλαιά αυταρχικότητα,
αυτή της αυθεντίας. Για το δημιουργικό δάσκαλο η αίθουσα θα πρέπει να
μετατρέπεται σε σκηνή θεάτρου και ο ίδιος σε καλλιτέχνη, ο οποίος θα έχει την
ευθύνη αφενός να δώσει μια τέλεια και εντυπωσιακή παράσταση και αφετέρου να
εκθέσει το θέμα που απασχολεί εκείνη τη στιγμή το σύνολο των μαθητών του, με
κάθε λεπτομέρεια. Να μπορεί να απορροφά την προσοχή των μαθητών του χωρίς τη
γνωστή καταπίεση. Να μπορεί να συλλαμβάνει ευφάνταστους τρόπους προσέγγισης
κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας του με τους οποίους να μπορεί την κάθε φορά να
αποδίδει τη βαθύτερη ουσία των μαθημάτων. Επίσης, θα πρέπει να διαθέτει τη
ξεχωριστή ικανότητα να ανάγει βαθύτερες ιδέες σε απλούστερους κατανοητούς
όρους, έτσι ώστε το μάθημα να κεντρίζει το ενδιαφέρον όλων των μαθητών του. Να
γίνει η όλη διδασκαλία για όλους, δάσκαλο και μαθητές, μια πραγματική εμπειρία
ζωής.
Η σχολική τάξη αποτελεί μια ιδιόρρυθμη κοινωνική
ομάδα. Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο, παιδιά που πιθανόν να μην είχαν καμιά επαφή
μεταξύ τους πριν της έναρξης της σχολικής τους ζωής, μέσα στο χώρο της σχολικής
τάξης έρχονται σε αμοιβαία επαφή και γνωριμία. Συνδέονται, συνεργάζονται ή και
συγκρούονται κάποτε, έλκονται ή απωθούνται, ικανοποιούν από κοινού εσωτερικές
τους ανάγκες, βιολογικές, ψυχολογικές και κοινωνικές με το κοινό τους παιχνίδι,
τις ομαδικές δραστηριότητες, τον κοινό διάλογο και την καθημερινή συνύπαρξη.
Ένα πολύπλοκο πλέγμα ενδοπροσωπικών και διαπροσωπικών σχέσεων χαρακτηρίζει τη
σχολική τάξη. Και μέσα σε αυτό το πολυσύνθετο πλαίσιο, πάνω στον ιδιόμορφο
χαρακτήρα της παιδικής ηλικίας, δεσπόζει μια κυρίαρχη μορφή. Το πρόσωπο του
δασκάλου που λαμβάνει στην ηλικία αυτή τεράστιες διαστάσεις στη συνείδηση του
παιδιού. Μεγάλο κομμάτι της ζωής του παιδιού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη
προσωπική εκδήλωση και τη προσωπική δράση του δασκάλου που είναι απόρροια της
προσωπικότητάς του, του χαρακτήρα του, της παιδαγωγικής συγκρότησής του και
τέλος της πείρας του.
Είναι δυνατόν να προσέρχεται ο μαθητής λοιπόν, στην
τάξη κάθε μέρα με εξαιρετική ευδιαθεσία, όπως είναι δυνατόν να έρχεται και με
«βαριά» καρδιά και σκυμμένο το κεφάλι. Μπορεί μέσα στην τάξη να ζει ώρες
ευτυχίας ή αντιθέτως να λαμβάνει πείρα οδυνηρών εξωτερικών συμβάντων. Είναι
δυνατόν ακόμη, να ζει τη χαρά της συνεργασίας ή να παλεύει μέσα σε μια
εξοντωτική ατμόσφαιρα δεινού ανταγωνισμού. Μπορεί να ζει τη χαρά της μάθησης ή
να παλεύει μέσα σε μια εξοντωτική ατμόσφαιρα συνεχών πικρών απογοητεύσεων και
σχολικών αποτυχιών. Είναι σίγουρο ότι μπορεί να ζει μέσα σε μια ατμόσφαιρα
ελευθερίας γνήσιας, τάξης οικοδομητικής, εργασίας δημιουργικής. Όπως μπορεί,
δυστυχώς, να ζει σε άτακτο περιβάλλον που να πλησιάζει την αναρχία ή και σε
περιβάλλον μιας τυφλής υποταγής σε εντολές που θα επιβάλλονται πάντοτε άνωθεν
και θα δεσμεύουν τις δυνάμεις του, τις πρωτοβουλίες του και κάθε είδους τάσεις.
Ποια όμως είναι τα κυριότερα προβλήματα, που θέτει η
σχολική τάξη μπροστά στο σύγχρονο παιδαγωγό; Πρώτα απ’ όλα είναι η ρύθμιση της
ύλης των μαθημάτων και μορφωτικών αγαθών που θα προσφέρει στους μαθητές του και
η σύνταξη ενός παιδολογικά θεμελιωμένου προγράμματος. Για να επιτευχθεί όμως, ο
προγραμματισμός αυτός, θα πρέπει ο εκπαιδευτικός να γνωρίζει πριν την έναρξη
της σχολικής χρονιάς, την τάξη που θα αναλάβει και να έχει στη διάθεσή του την
ύλη που θα διδάξει. Ο προγραμματισμός δε θα πρέπει να στηρίζεται μόνο στο
προσδιορισμό της χρονικής τοποθέτησης της ύλης, αλλά και στη προσπάθεια
διαθεματικής προσέγγισης των διαφόρων μαθημάτων, την εύρεση πηγών προς μελέτη
από τις ομάδες των μαθητών του, των διαφόρων εκπαιδευτικών επισκέψεων και
προετοιμασία αυτών με κατάλληλα μέσα, το σύνολο των εποπτικών μέσων που θα
χρησιμοποιηθούν και φυσικά των μεθόδων και μοντέλων διδασκαλίας του και
προσέγγισης των μαθητών του. Δηλαδή ο δάσκαλος θα πρέπει στην αρχή κάθε
σχολικής χρονιάς, να διαθέτει ένα σχέδιο δράσης, ένα project ευέλικτο και
εφαρμόσιμο, το οποίο θα έχει την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση.
Άλλο πρόβλημα είναι η εύρεση κατάλληλων εξωτερικών και
εσωτερικών κινήτρων μάθησης, από μέρους των μαθητών, καθώς και η προβολή σκοπών
επιθυμητών σε αυτούς, ώστε οι σκοποί αυτοί και τα κίνητρα να κατευθύνουν τις
προσπάθειες των μαθητών. Πολλές φορές μέσα σε μια δημιουργική τάξη οι στόχοι
των επιμέρους μαθημάτων καθορίζονται από τους ίδιους τους μαθητές με την
καθοδηγητική συμμετοχή του δασκάλου. Οι στόχοι αυτοί αξιολογούνται κατά
διαστήματα και επανακαθορίζονται με τη μορφή της επανατροφοδότησης.
Ένα μεγάλο πρόβλημα είναι και η αντικειμενική εκτίμηση
της σχολικής επίδοσης, ώστε αυτή να χρησιμοποιεί τα αποτελέσματά της για την
ακόμη μεγαλύτερη πρόοδο των μαθητών.
Επίσης θα πρέπει να ρυθμιστεί κατά κοινωνικό τρόπο η
ζωή μέσα στη τάξη, ώστε να επιτυγχάνεται βαθμιαία η αναγκαία κοινωνικοποίηση
των μελών της και η δημιουργία καλών έξεων.
Ο δάσκαλος οφείλει να είναι σε θέση ν’ αναγνωρίζει και
να επισημαίνει εγκαίρως τις περιπτώσεις των μαθητών με μαθησιακά προβλήματα και
να τους παρέχει κατάλληλη και αποτελεσματική υποστήριξη για άμβλυνση των
μαθησιακών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν, σε συνεργασία πάντοτε με τους ειδικούς
όταν χρειάζεται. Όπως επίσης θα πρέπει να είναι γνώστης των ατομικών τους
διαφορών. Οι μαθησιακές δυσκολίες του παιδιού θα πρέπει να έχουν εντοπιστεί
μέχρι την ηλικία των οκτώ-εννέα ετών και στη συνέχεια να τύχουν τη κατάλληλη
αντιμετώπιση. Επειδή τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες είναι ένα συνηθισμένο
και μακροχρόνιο γεγονός ο δάσκαλος θα πρέπει να είναι αμέριστος και ακούραστος
συμπαραστάτης των παιδιών αυτών.
Σχετικές έρευνες απέδειξαν ότι μια αυταρχική
προσωπικότητα δασκάλου, παρά τις διδακτικές του δεξιότητες, δε μπορεί να
ασκήσει γόνιμη και ευεργετική επίδραση επί των μαθητών του, ούτε καν
αποκλειστικά στο τομέα της εκμάθησης στείρων γνώσεων, λόγω των αρνητικών
αντιδράσεων που εγείρει στις ψυχές τους. Από την άλλη πλευρά, η αξία της
διδακτικής άποψης, του παιδαγωγικού έργου του δασκάλου δε μπορεί να
παραγνωριστεί. Το πόσο σημαντική είναι η επίδραση του δασκάλου στο μαθητή
φαίνεται από την εξής απλή διαπίστωση: Μέχρι το βαθύ γήρας, μέχρι το τέλος της
ζωής μας, από τα λίγα πρόσωπα που δεν ξεχνάμε και πάντοτε θυμόμαστε είναι ο
δάσκαλος. Επίσης εκείνο που υποστηρίζεται απ’ όλους είναι ότι ο άξιος της
αποστολής του παιδαγωγός δεν παραμένει πλέον σήμερα σε μια αμφιβόλου αξίας
τυχαία εμπειρία περί των πραγμάτων, αλλά οικειοποιείται τα μέσα που
προσφέρονται από τη συστηματική μελέτη και την επιστημονική έρευνα των συναφών
ζητημάτων, ώστε να γίνει το παιδαγωγικό του έργο όσο το δυνατόν πληρέστερο και
αποτελεσματικότερο.
Ο επιστήμονας δάσκαλος ενημερώνεται συνεχώς μέσα από
την επιστημονική βιβλιογραφία, τα παιδαγωγικά άρθρα, την παρακολούθηση
διαλέξεων, για τα σύγχρονα πορίσματα της επιστήμης του, έτσι ώστε να είναι
έτοιμος να δημιουργήσει, να σχεδιάσει και να μεταφέρει με τρόπο μοναδικό μέσα
στην τάξη του την ισχύουσα θεωρία στη πράξη. Πρέπει να είναι ενεργός και
δραστήριος επιστήμονας, επιστήμονας «αιχμής», ο οποίος συμμετέχει και συμβάλλει
στην επιστημονική «ζύμωση» του κλάδου του παραμένοντας ενεργό κύτταρο της
εκπαιδευτικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.
Είναι ερευνητικά τεκμηριωμένο, ότι ο εκπαιδευτικός
μέσα από τη γενικότερη κοσμοθεωρία του, τις προσωπικές του εμπειρίες, την
παιδαγωγική φιλοσοφία και τις επιστημονικές θεωρίες μάθησης, ανάπτυξης και
διδασκαλίας, αναπτύσσει τη δική του προσωπική θεωρία.
Με τη συνεχή επιμόρφωση του δασκάλου θα επιτευχθεί η
συνειδητοποίηση, η συστηματοποίηση και ο εμπλουτισμός της προσωπικής του
θεωρίας και έτσι μόνο θα εναρμονιστεί η πράξη του με τη θεωρία και τις
απαιτήσεις των καιρών. Η συνεχής επιμόρφωση δεν είναι η διαδικασία που αυτή
καθαυτή θα επιφέρει αλλαγές στην αίθουσα διδασκαλίας. Είναι μια στρατηγική που
θα μπορέσει να προωθήσει στο σχολείο ένα νέο περιβάλλον και μια νέα νοοτροπία
εργασίας, έτσι ώστε να διευκολύνεται η κάθε εκπαιδευτική αλλαγή. Η συνεχής
επαγρύπνηση του δασκάλου για την επιστήμη του είναι αναγκαία λόγω της ταχύτατης
επιστημονικής εξέλιξης και της συνακόλουθης απαξίωσης των γνώσεων που αυτή επιφέρει.
Αναγκαία είναι η «δια βίου» επιστημονική ενημέρωση και η αντίστοιχη
επαγγελματική ευαισθητοποίηση. Το προσφερόμενο για διδασκαλία υλικό συνεχώς
εμπλουτίζεται συνεχώς αλλάζει. Αυτό που μένει σταθερό, είναι η φυσιολογία της
μάθησης ο τρόπος δηλαδή πού ο ανθρώπινος εγκέφαλος μαθαίνει.
Στη τάξη του ο δάσκαλος πρέπει να έχει μόνιμα μέσα του
το αληθές μέτρο μιας επαρκούς γνώσης της προσωπικότητας του μαθητή ξεχωριστά
από κάθε άποψη. Καθώς και το επίμετρο μιας κυριαρχίας επί των ζητημάτων των
μαθητών, πράγμα που διαμορφώνει μια ευχέρεια και μια αποτελεσματικότητα στο
έργο του. Ο δάσκαλος σήμερα, θα πρέπει να ξεπερνά τα ψυχρά όρια του
επαγγελματισμού και να οραματίζεται μια παιδεία βασισμένη στον άνθρωπο και μια
εκπαίδευση για ανθρώπους. Η σύγχρονη βιβλιογραφία άλλωστε προσανατολίζεται στο
κριτικό, στοχαζόμενο, ερευνητή και καινοτόμο εκπαιδευτικό ο οποίος θα είναι σε
θέση να αντιλαμβάνεται καταρχήν τις ανάγκες του μαθητή και ταυτόχρονα να
λαμβάνει τα μηνύματα των καιρών και να αναλαμβάνει τις πρωτοβουλίες εκείνες που
είναι απαραίτητες, παίρνοντας όμως και την ευθύνη για την ικανοποίησή τους,
μέσα στο γενικό πλαίσιο που καθορίζει η πολιτεία.
Εκπαιδευτικός με κριτική και δημιουργική σκέψη, ικανός
να αντιμετωπίσει τα σύγχρονα αιτήματα και προβλήματα, ικανός να οργανώσει
αυτοτελείς συνθήκες και διαδικασίες μάθησης και να μπορεί να κοινωνικοποιεί το
νέο άνθρωπο, μέσα σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο, είναι το μοντέλο εκπαιδευτικού
της σύγχρονης εποχής μας. Ενός εκπαιδευτικού που παρέχει εκπαίδευση σύμφωνα με
την παρακάτω αρχή:
«Εκπαίδευση, δεν είναι να γεμίζεις τον μαθητή με
γνώσεις από έξω προς τα μέσα. Είναι να βγάζεις από μέσα προς τα έξω τις
ψηλότερες ευγενέστερες και καλύτερες ιδιότητες που βρίσκονται έμφυτες στο κάθε
άτομο».
Βιβλιογραφία
Βεργίδης Δ, Υποεκπαίδευση, Κοινωνικές, Πολιτικές και
Πολιτιστικές Διαστάσεις, Υψιλον, Αθήνα, 1995
Βεργόπουλος Κώστας, Η Απο-ανάπτυξη Σήμερα, εξάντας,
Αθήνα, 1986
Βεργόπολος Κώστας, Παγκοσμιοποίηση. Η Μεγάλη Χίμαιρα.
Νέα Σύνορα, Αθήνα, 1999
Βρύζας Κ, Παγκόσμια Επικοινωνία και Πολιτιστικές
Ταυτότητες, Gutenberg, Αθήνα, 1997
Δρογίδης Δημήτριος ., Από τον Πολιτισμό στο
Μετά-Πολιτισμό, Θεσσαλονίκη, University Studio Press Α.Ε
Howard H. Frederick, Παγκόσμια Επικοινωνία &
Διεθνείς Σχέσεις, μετάφραση Μαρία
Ταλαντοπούλου, επιμέλεια ελληνικής έκδοσης Νίκος
Σαρρής, εκδ. Έλλην, Αθήνα, 1999
Ματσαγγούρα Ηλία Θεωρία της Διδασκαλίας: Η Προσωπική
Θεωρία ως Πλαίσιο Στοχαστοκριτικής Ανάλυσης. Αθήνα: Gutenberg, 2000.
Ματσαγγούρα Ηλία Στρατηγικές Διδασκαλίας Η Κριτική Σκέψη
στη Διδακτική Πράξη. Αθήνα: Gutenberg, 2002.
Ματσαγγούρα Ηλία Η Σχολική Τάξη. Αθήνα: Γρηγόρη, 2003.
Ματσαγγούρα Ηλία Η Διαθεματικότητα στη Σχολική Γνώση.
Αθήνα: Γρηγόρη, 2004.
Ματσαγγούρα Ηλία Η Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του
Γραπτού Λόγου: Αφού Σκέπτονται γιατί δεν Γράφουν; Αθήνα: Γρηγόρη, 2004.
Παππά Δ. Άννα Μαθαίνοντας πως να μαθαίνω , από το
σχολείο ευέλικτης ζώνης στο ευέλικτο σχολείο. Εκδόσεις Φυλάτος, Θεσσαλονίκη
2005
Φραγκουδάκη Άννα, Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης,
Παπαζήσης, Αθήνα, 1985
Πηγή: pappanna.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου