Της Βασιλικής Λυμπεροπούλου
Μια συμπεριφορά, την οποία συναντώ συχνά ως εκπαιδευτικός και για την οποία δέχομαι πολλές ερωτήσεις από γονείς, είναι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητα. Τι είναι όμως η διαταραχή αυτή; Πώς ξεχωρίσουμε τη ζωηρότητα από την Υπερκινητικότητα;
Τι είναι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής;Ο όρος «διαταραχή ελλειμματικής προσοχής» (Δ.Ε.Π) αναφέρεται σε άτομα που έχουν πρόβλημαδιάσπασης της προσοχής, που σημαίνει ότι δεν μπορούν να εστιάσουν την προσοχή τους ή να παραμείνουν συγκεντρωμένα σε μια δραστηριότητα.
Κάποιες φορές η διαταραχή αυτή συνοδεύεται από τουπερκινητικό σύνδρομοδηλαδή την υπερκινητική δραστηριότητα και τηνυπερδιέγερση.
Στην ιατρική, ο ορισμός που έχει δοθεί για την «υπερκινητικότητα» ή αλλιώς «υπερκινητικό σύνδρομο» είναι η αδυναμία του παιδιού να αντιδρά σωστά στα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, δηλαδή στο να δεχτεί τα θετικά και να απορρίψει τα αρνητικά και άχρηστα. Πρόκειται για βλάβη στην «επιλογή» ερεθισμάτων. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να απορρίψει τα περιττά ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, μία ικανότητα που εξελίσσεται στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Έτσι, το υπερκινητικό παιδί «βομβαρδισμένο» από τα συνεχή ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον διακατέχεται από μία εσωτερική ανησυχία που το εμποδίζει να συγκεντρωθεί και να ηρεμήσει, του δημιουργεί υπερκινητικότητα, νευρικότητα και άγχος
Ποιες είναι οι αιτίες εμφάνισης του ΔΕΠ-Υ
Οι ακριβείς αιτίες του συνδρόμου δεν είναι γνωστές. Οι επικρατέστερες θεωρίες υποστηρίζουν ότι πιθανώς η εμφάνιση του ΔΕΠ-Υ οφείλεται σε τρεις παράγοντες:
• Βιολογικούς: Σε αυτήν την περίπτωση το ΔΕΠ-Υ μπορεί να έχει προκληθεί από: έλλειψη οξυγόνου, από κάποιο εγκεφαλικό τραυματισμό, από μόλυνση του κεντρικού νευρικού συστήματος, από ασθένεια των ημισφαιρίων ή των αγγείων και τέλος, εξαιτίας επιληψίας ή κάποιων βλαβών κατά τον τοκετό.
• Περιβαλλοντικούς: η διάσπαση της προσοχής και η υπερκινητικότητα του παιδιού είναι αποτέλεσμα κάποιας δυσλειτουργίας μέσα στην οικογένεια ή το σχολείο.
• Βιοπεριβαλλοντικούς: Σε αυτή την περίπτωση είναι πιθανόν να υπάρξει μια αλληλεπίδραση ανάμεσα σε τυχόν βιολογικές επιδράσεις και σε επιδράσεις του περιβάλλοντος.
Υπερκινητικό Σύνδρομο ή αυξημένη ζωηρότητα;
Πολλές φόρες αρκετά παιδιά, κυρίως αγόρια, χαρακτηρίζονται υπερκινητικά λόγω της αυξημένης ζωηρότητάς τους. Ωστόσο, αυτό είναι λάθος διότι οι δύο έννοιες είναι τελείως διαφορετικές. Το να είναι ένα παιδί ζωηρό σε μικρές ηλικίες είναι απολύτως φυσιολογικό και δεν συνεπάγεται κάποιο πρόβλημα
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η ένταση της κινητικότητας είναι διαφορετική σε κάθε παιδί, ενώ κατά διαστήματα μπορεί να είναι πολύ ήσυχο. Για να διαγνωστεί ένα παιδί με ΔΕΠ-Υ, πρέπει να εμφανίζει τα συμπτώματα συστηματικά τουλάχιστον για έξι μήνες, να έχουν εμφανιστεί πριν από τα εφτά χρόνια του παιδιού και να παρουσιάζονται ως «εξελικτική απόκλιση».
• Κινητική υπερδραστηριότητα και η ανησυχία: δεν μένουν για πολλή ώρα στην ίδια θέση , στριφογυρίζουν νευρικά, μιλούν ακατάπαυστα με τους διπλανούς τους και διακόπτουν τους άλλους όταν μιλούν. Πάντα βρίσκουν κάτι να ασχολούνται και κινούνται βιαστικά, άγαρμπα και αδέξια.
• Αποφεύγουν να αναλάβουν καθήκοντα, ενώ δεν ολοκληρώνουν καμία δραστηριότητα.
• Χάνουν αναγκαία πράγματά τους.
• Δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε εργασίες
• Δυσκολεύονται να ακολουθήσουν οδηγίες.
• Δυσκολεύονται στην οργάνωση των σκέψεων τους. Έτσι, όταν περιγράφουν, για παράδειγμα, μια ιστορία διευκολύνονται πολύ αν ο συνομιλητής τους τους θέτει διάφορα ερωτήματα του τύπου «ποιος; τι; πού; πότε; γιατί;». Γενικά, οι ερωτήσεις βοηθούν πολύ στην αλληλεπίδραση μεταξύ δασκάλου και μαθητή.
• Παρουσιάζουν δυσκολίες στα μαθήματα: κάνουν απίθανα ορθογραφικά λάθη ή ξεχνούν να γράψουν κάποια γράμματα ή ακόμα και ολόκληρες λέξεις. Ο γραφικός τους χαρακτήρας είναι δυσανάγνωστος και συνήθως τα γράμματά τους δεν βρίσκονται σε ευθεία, αλλά πάνω ή κάτω από τη γραμμή, ενώ συχνά δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτά που διαβάζουν.
• Είναι παρορμητικά: Κάνουν πράγματα χωρίς να τα σκεφτούν. Κυρίως στο σχολείο το χαρακτηριστικό αυτό εμφανίζεται στην προσπάθεια να λύσουν γλωσσικές ασκήσεις ή μαθηματικά προβλήματα, αλλά και στο μάθημα των Καλλιτεχνικών.
• Παρουσιάζουν συναισθηματική αστάθεια, καθώς την ώρα που βρίσκονται σε καλή ψυχική διάθεση μπορεί ξαφνικά να νευριάσουν, να βάλουν τα κλάματα ή και να επιτεθούν στους φίλους τους βρίζοντας και χτυπώντας τους χωρίς ουσιαστικό λόγο. Αυτή η συμπεριφορά, που μπορεί να χαρακτηριστεί και ως κοινωνική «ανωριμότητα», κι όπως είναι φυσικό, δημιουργεί δυσκολίες στην ενσωμάτωση τους στο κοινωνικό τους περιβάλλον.
• Μπορεί να παρουσιάζουν εξελικτικές ανωμαλίες (καθυστέρηση στην ομιλία, αδεξιότητα στις κινήσεις, δυσκολία στην εκμάθηση ανάγνωσης), ή αντιληπτικές ανεπάρκειες (δυσκολία στην κατανόηση των σχημάτων και μορφών, αδυναμία προσανατολισμού στο χώρο).
Συνοπτικά, κάποιοι ονομάζουν τα παιδία με ΔΕΠ-Υ "TOAD". Δηλαδή:
(T) Talking - Φλύαρος
(O) Out of his seat - Περιφέρεται εκτός της θέσης του
(A) Attention-seeking - Έντονη διάσπαση προσοχής
(D) Disruptive – Αποδιοργανωτικός
Πώς πρέπει να το αντιμετωπίσουν οι γονείς;
Γενικά
• Δεν απογοητευόμαστε, γιατί μπορεί να μεταφερθεί το συναίσθημα αυτό στο παιδί, με αποτέλεσμα να νιώσει απόρριψη. Αυτός είναι ο πρώτος και βασικός κανόνας για όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί.
• Μετά το σχολείο το παιδί χρειάζεται πολλή κίνηση, καθώς την περισσότερη ώρα του πρωινού ήταν καθιστό στο θρανίο.
• Τα νεύματα είναι πιο αποτελεσματικά από τα λόγια και τις υποδείξεις για το υπερκινητικό παιδί. Για να ησυχάσει, στεκόμαστε ακριβώς δίπλα του, βάζουμε το χέρι του στους ώμους του και αναπτύσσουμε μαζί του έναν κώδικα επικοινωνίας με σύμβολα και νεύματα.
Π.χ. το σύμβολο της ησυχίας, ή κάτι αντίστοιχο με το κώδικα οδικής κυκλοφορίας – π.χ. μικρές καρτούλες με το σύμβολο του STOP ή μία κόκκινη λάμπα, που σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσει κλπ.
• Πηγαίνουμε το παιδί σε κάποια εξωσχολική αθλητική δραστηριότητα, στην οποία θα μπορεί να εκτονώνει την ενέργειά του. Ο αθλητισμός, και ειδικά τα ατομικά αθλήματα (π.χ. το καράτε) βελτιώνουν την πειθαρχία και τον έλεγχο των κινήσεων. Παράλληλα, ασκήσεις ηρεμίας (όπως οι ασκήσεις γιόγκα) μπορούν να βοηθήσουν.
• Αναθέτουμε στα παιδιά διάφορες δραστηριότητες (π.χ. να καθαρίσει το δωμάτιό του), τις οποίες πρέπει να διεκπεραιώνει χωρίς να αποσπάται η προσοχή του. Οι οδηγίες που του δίνουμε πρέπει να είναι άμεσες, απλές και ξεκάθαρες.
• Φτιάχνουμε μια λίστα με το πρόγραμμα της ημέρας, το οποίο κολλάμε στο δωμάτιό του.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης των μαθημάτων
• Πάνω στο γραφείο πρέπει να υπάρχουν μόνο τα απαραίτητα, δηλαδή ένα τετράδιο, μία γόμα και ένα μολύβι. Αν υπάρχουν περισσότερα πράγματα, τότε ο μαθητής ασχολείται με αυτά και αποσυντονίζεται. Φροντίζουμε επίσης, να έχουμε κοντά μας όσα υλικά χρειαζόμαστε ώστε να μη διακόπτεται η μελέτη.
• Πρέπει να υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για τις εργασίες του, το οποίο θα ακολουθείται καθημερινά. Σε περίπτωση που το πρόγραμμα αλλάξει, καλό είναι να το γνωρίζει εκ των προτέρων, γιατί οι ξαφνικές αλλαγές το αποδιοργανώνουν.
• Οι εργασίες πρέπει να γίνονται πριν από το παιχνίδι.
• Κάνουμε συχνά διαλείμματα. Όταν καταλαβαίνουμε ότι το παιδί έχει κουραστεί όσο κι αν το πιέσουμε δεν πρόκειται να δώσει την απαιτούμενη προσοχή.
• Καθώς λύνει τις ασκήσεις το ενθαρρύνουμε να αναφέρει τις ενέργειες που κάνει, κάτι που τον βοηθάει να ελέγχει τα αποτελέσματα της δραστηριότητας του.
Φαρμακευτική αγωγή
Η ιατρική άποψη για το υπερκινητικό σύνδρομο είναι ότι προκαλείται από μία ειδική βλάβη στο μεταβολισμό, η οποία επηρεάζει τα εγκεφαλικά κέντρα που ρυθμίζουν την επιλογή των ερεθισμάτων. Οι γιατροί προτείνουν ειδική φαρμακευτική αγωγή για να μπορέσουν τα παιδιά να ηρεμήσουν και να συγκεντρωθούν, χωρίς ωστόσο να παρατηρείται κάποια βελτίωση στην επιθετικότητά τους. Η λήψη φαρμάκων δεν είναι αποτελεσματική αν δεν συνδυάζεται με τη βοήθεια των εκπαιδευτικών στο σχολείο αλλά και τη συνεργασία των γονιών όπως αναφέρθηκε.
Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι τα παιδιά αυτά σε καμία περίπτωση δεν θέλουν να απογοητεύουν τους γύρω τους και προφανώς, η συμπεριφορά τους δεν είναι σύμφωνη με τη θέλησή τους. Οι δάσκαλοι και οι γονείς οφείλουν να είναι ενημερωμένοι γι’ αυτό και να αποτρέπουν την κριτική που ενδεχομένως ασκείται από το υπόλοιπο περιβάλλον και κυρίως από τους συμμαθητές τους. . Ο έπαινος αποτελεί σημαντική πηγή ενθάρρυνσης και παροτρύνει τα παιδιά να συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό καθώς τονώνεται η αυτοπεποίθησή τους.
Πρέπει να τονιστεί ότι η διαταραχή αυτή, σε καμία περίπτωση, δεν επηρεάζει τη νοητική ικανότητα, υπάρχει ωστόσο η πιθανότητα να συνυπάρχει το σύνδρομο αυτό με αυξημένη ή μειωμένη νοητική ικανότητα. Ίσως το άτομο να μη μπορεί να ξεπεράσει εντελώς τη διαταραχή αυτή, αλλά μπορεί σε μεγάλο βαθμό να την αντιμετωπίσει με τη βοήθεια των ειδικών και τη στήριξη της οικογένειας.
Βιβλιογραφία:
Μάρκου, Σπ. Ν. (1993). Δυσλεξία, αριστεροχειρία, κινητική αδεξιότητα, υπερκινητικότητα. Θεωρία, διάγνωση και αντιμετώπιση με ειδικές ασκήσεις. Ελληνικά Γράμματα, τ.81-91
Μιχελογιάννης, Ι., & Τζενάκη, Μ. (1998). Μαθησιακές Δυσκολίες. Γρηγόρη, τ. 139-152
Descoudres, A. (1985). Η αγωγή των καθυστερημένων παιδιών- Οι αρχές της και οι μέθοδοί της- Εφαρμογή σε όλα τα παιδιά. Δίπτυχο, τ. 119-120
Βάινας, Κ. (1998). Η ερώτηση ως μέσο αγωγής της σκέψης-Αποδεικτική απόπειρα με ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία του μαθήματος των μαθηματικών. Gutenberg, τ. 33, 13-14
Στασινός, Δημ. Π. (1993). Μαθησιακές δυσκολίες του παιδιού και του εφήβου, η εμπειρία της Ευρώπης. Gutenberg, τ. 73-77
Μια συμπεριφορά, την οποία συναντώ συχνά ως εκπαιδευτικός και για την οποία δέχομαι πολλές ερωτήσεις από γονείς, είναι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητα. Τι είναι όμως η διαταραχή αυτή; Πώς ξεχωρίσουμε τη ζωηρότητα από την Υπερκινητικότητα;
Τι είναι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής;Ο όρος «διαταραχή ελλειμματικής προσοχής» (Δ.Ε.Π) αναφέρεται σε άτομα που έχουν πρόβλημαδιάσπασης της προσοχής, που σημαίνει ότι δεν μπορούν να εστιάσουν την προσοχή τους ή να παραμείνουν συγκεντρωμένα σε μια δραστηριότητα.
Κάποιες φορές η διαταραχή αυτή συνοδεύεται από τουπερκινητικό σύνδρομοδηλαδή την υπερκινητική δραστηριότητα και τηνυπερδιέγερση.
Στην ιατρική, ο ορισμός που έχει δοθεί για την «υπερκινητικότητα» ή αλλιώς «υπερκινητικό σύνδρομο» είναι η αδυναμία του παιδιού να αντιδρά σωστά στα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, δηλαδή στο να δεχτεί τα θετικά και να απορρίψει τα αρνητικά και άχρηστα. Πρόκειται για βλάβη στην «επιλογή» ερεθισμάτων. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να απορρίψει τα περιττά ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, μία ικανότητα που εξελίσσεται στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Έτσι, το υπερκινητικό παιδί «βομβαρδισμένο» από τα συνεχή ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον διακατέχεται από μία εσωτερική ανησυχία που το εμποδίζει να συγκεντρωθεί και να ηρεμήσει, του δημιουργεί υπερκινητικότητα, νευρικότητα και άγχος
Ποιες είναι οι αιτίες εμφάνισης του ΔΕΠ-Υ
Οι ακριβείς αιτίες του συνδρόμου δεν είναι γνωστές. Οι επικρατέστερες θεωρίες υποστηρίζουν ότι πιθανώς η εμφάνιση του ΔΕΠ-Υ οφείλεται σε τρεις παράγοντες:
• Βιολογικούς: Σε αυτήν την περίπτωση το ΔΕΠ-Υ μπορεί να έχει προκληθεί από: έλλειψη οξυγόνου, από κάποιο εγκεφαλικό τραυματισμό, από μόλυνση του κεντρικού νευρικού συστήματος, από ασθένεια των ημισφαιρίων ή των αγγείων και τέλος, εξαιτίας επιληψίας ή κάποιων βλαβών κατά τον τοκετό.
• Περιβαλλοντικούς: η διάσπαση της προσοχής και η υπερκινητικότητα του παιδιού είναι αποτέλεσμα κάποιας δυσλειτουργίας μέσα στην οικογένεια ή το σχολείο.
• Βιοπεριβαλλοντικούς: Σε αυτή την περίπτωση είναι πιθανόν να υπάρξει μια αλληλεπίδραση ανάμεσα σε τυχόν βιολογικές επιδράσεις και σε επιδράσεις του περιβάλλοντος.
Υπερκινητικό Σύνδρομο ή αυξημένη ζωηρότητα;
Πολλές φόρες αρκετά παιδιά, κυρίως αγόρια, χαρακτηρίζονται υπερκινητικά λόγω της αυξημένης ζωηρότητάς τους. Ωστόσο, αυτό είναι λάθος διότι οι δύο έννοιες είναι τελείως διαφορετικές. Το να είναι ένα παιδί ζωηρό σε μικρές ηλικίες είναι απολύτως φυσιολογικό και δεν συνεπάγεται κάποιο πρόβλημα
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η ένταση της κινητικότητας είναι διαφορετική σε κάθε παιδί, ενώ κατά διαστήματα μπορεί να είναι πολύ ήσυχο. Για να διαγνωστεί ένα παιδί με ΔΕΠ-Υ, πρέπει να εμφανίζει τα συμπτώματα συστηματικά τουλάχιστον για έξι μήνες, να έχουν εμφανιστεί πριν από τα εφτά χρόνια του παιδιού και να παρουσιάζονται ως «εξελικτική απόκλιση».
• Κινητική υπερδραστηριότητα και η ανησυχία: δεν μένουν για πολλή ώρα στην ίδια θέση , στριφογυρίζουν νευρικά, μιλούν ακατάπαυστα με τους διπλανούς τους και διακόπτουν τους άλλους όταν μιλούν. Πάντα βρίσκουν κάτι να ασχολούνται και κινούνται βιαστικά, άγαρμπα και αδέξια.
• Αποφεύγουν να αναλάβουν καθήκοντα, ενώ δεν ολοκληρώνουν καμία δραστηριότητα.
• Χάνουν αναγκαία πράγματά τους.
• Δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε εργασίες
• Δυσκολεύονται να ακολουθήσουν οδηγίες.
• Δυσκολεύονται στην οργάνωση των σκέψεων τους. Έτσι, όταν περιγράφουν, για παράδειγμα, μια ιστορία διευκολύνονται πολύ αν ο συνομιλητής τους τους θέτει διάφορα ερωτήματα του τύπου «ποιος; τι; πού; πότε; γιατί;». Γενικά, οι ερωτήσεις βοηθούν πολύ στην αλληλεπίδραση μεταξύ δασκάλου και μαθητή.
• Παρουσιάζουν δυσκολίες στα μαθήματα: κάνουν απίθανα ορθογραφικά λάθη ή ξεχνούν να γράψουν κάποια γράμματα ή ακόμα και ολόκληρες λέξεις. Ο γραφικός τους χαρακτήρας είναι δυσανάγνωστος και συνήθως τα γράμματά τους δεν βρίσκονται σε ευθεία, αλλά πάνω ή κάτω από τη γραμμή, ενώ συχνά δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτά που διαβάζουν.
• Είναι παρορμητικά: Κάνουν πράγματα χωρίς να τα σκεφτούν. Κυρίως στο σχολείο το χαρακτηριστικό αυτό εμφανίζεται στην προσπάθεια να λύσουν γλωσσικές ασκήσεις ή μαθηματικά προβλήματα, αλλά και στο μάθημα των Καλλιτεχνικών.
• Παρουσιάζουν συναισθηματική αστάθεια, καθώς την ώρα που βρίσκονται σε καλή ψυχική διάθεση μπορεί ξαφνικά να νευριάσουν, να βάλουν τα κλάματα ή και να επιτεθούν στους φίλους τους βρίζοντας και χτυπώντας τους χωρίς ουσιαστικό λόγο. Αυτή η συμπεριφορά, που μπορεί να χαρακτηριστεί και ως κοινωνική «ανωριμότητα», κι όπως είναι φυσικό, δημιουργεί δυσκολίες στην ενσωμάτωση τους στο κοινωνικό τους περιβάλλον.
• Μπορεί να παρουσιάζουν εξελικτικές ανωμαλίες (καθυστέρηση στην ομιλία, αδεξιότητα στις κινήσεις, δυσκολία στην εκμάθηση ανάγνωσης), ή αντιληπτικές ανεπάρκειες (δυσκολία στην κατανόηση των σχημάτων και μορφών, αδυναμία προσανατολισμού στο χώρο).
Συνοπτικά, κάποιοι ονομάζουν τα παιδία με ΔΕΠ-Υ "TOAD". Δηλαδή:
(T) Talking - Φλύαρος
(O) Out of his seat - Περιφέρεται εκτός της θέσης του
(A) Attention-seeking - Έντονη διάσπαση προσοχής
(D) Disruptive – Αποδιοργανωτικός
Πώς πρέπει να το αντιμετωπίσουν οι γονείς;
Γενικά
• Δεν απογοητευόμαστε, γιατί μπορεί να μεταφερθεί το συναίσθημα αυτό στο παιδί, με αποτέλεσμα να νιώσει απόρριψη. Αυτός είναι ο πρώτος και βασικός κανόνας για όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί.
• Μετά το σχολείο το παιδί χρειάζεται πολλή κίνηση, καθώς την περισσότερη ώρα του πρωινού ήταν καθιστό στο θρανίο.
• Τα νεύματα είναι πιο αποτελεσματικά από τα λόγια και τις υποδείξεις για το υπερκινητικό παιδί. Για να ησυχάσει, στεκόμαστε ακριβώς δίπλα του, βάζουμε το χέρι του στους ώμους του και αναπτύσσουμε μαζί του έναν κώδικα επικοινωνίας με σύμβολα και νεύματα.
Π.χ. το σύμβολο της ησυχίας, ή κάτι αντίστοιχο με το κώδικα οδικής κυκλοφορίας – π.χ. μικρές καρτούλες με το σύμβολο του STOP ή μία κόκκινη λάμπα, που σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσει κλπ.
• Πηγαίνουμε το παιδί σε κάποια εξωσχολική αθλητική δραστηριότητα, στην οποία θα μπορεί να εκτονώνει την ενέργειά του. Ο αθλητισμός, και ειδικά τα ατομικά αθλήματα (π.χ. το καράτε) βελτιώνουν την πειθαρχία και τον έλεγχο των κινήσεων. Παράλληλα, ασκήσεις ηρεμίας (όπως οι ασκήσεις γιόγκα) μπορούν να βοηθήσουν.
• Αναθέτουμε στα παιδιά διάφορες δραστηριότητες (π.χ. να καθαρίσει το δωμάτιό του), τις οποίες πρέπει να διεκπεραιώνει χωρίς να αποσπάται η προσοχή του. Οι οδηγίες που του δίνουμε πρέπει να είναι άμεσες, απλές και ξεκάθαρες.
• Φτιάχνουμε μια λίστα με το πρόγραμμα της ημέρας, το οποίο κολλάμε στο δωμάτιό του.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης των μαθημάτων
• Πάνω στο γραφείο πρέπει να υπάρχουν μόνο τα απαραίτητα, δηλαδή ένα τετράδιο, μία γόμα και ένα μολύβι. Αν υπάρχουν περισσότερα πράγματα, τότε ο μαθητής ασχολείται με αυτά και αποσυντονίζεται. Φροντίζουμε επίσης, να έχουμε κοντά μας όσα υλικά χρειαζόμαστε ώστε να μη διακόπτεται η μελέτη.
• Πρέπει να υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για τις εργασίες του, το οποίο θα ακολουθείται καθημερινά. Σε περίπτωση που το πρόγραμμα αλλάξει, καλό είναι να το γνωρίζει εκ των προτέρων, γιατί οι ξαφνικές αλλαγές το αποδιοργανώνουν.
• Οι εργασίες πρέπει να γίνονται πριν από το παιχνίδι.
• Κάνουμε συχνά διαλείμματα. Όταν καταλαβαίνουμε ότι το παιδί έχει κουραστεί όσο κι αν το πιέσουμε δεν πρόκειται να δώσει την απαιτούμενη προσοχή.
• Καθώς λύνει τις ασκήσεις το ενθαρρύνουμε να αναφέρει τις ενέργειες που κάνει, κάτι που τον βοηθάει να ελέγχει τα αποτελέσματα της δραστηριότητας του.
Φαρμακευτική αγωγή
Η ιατρική άποψη για το υπερκινητικό σύνδρομο είναι ότι προκαλείται από μία ειδική βλάβη στο μεταβολισμό, η οποία επηρεάζει τα εγκεφαλικά κέντρα που ρυθμίζουν την επιλογή των ερεθισμάτων. Οι γιατροί προτείνουν ειδική φαρμακευτική αγωγή για να μπορέσουν τα παιδιά να ηρεμήσουν και να συγκεντρωθούν, χωρίς ωστόσο να παρατηρείται κάποια βελτίωση στην επιθετικότητά τους. Η λήψη φαρμάκων δεν είναι αποτελεσματική αν δεν συνδυάζεται με τη βοήθεια των εκπαιδευτικών στο σχολείο αλλά και τη συνεργασία των γονιών όπως αναφέρθηκε.
Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι τα παιδιά αυτά σε καμία περίπτωση δεν θέλουν να απογοητεύουν τους γύρω τους και προφανώς, η συμπεριφορά τους δεν είναι σύμφωνη με τη θέλησή τους. Οι δάσκαλοι και οι γονείς οφείλουν να είναι ενημερωμένοι γι’ αυτό και να αποτρέπουν την κριτική που ενδεχομένως ασκείται από το υπόλοιπο περιβάλλον και κυρίως από τους συμμαθητές τους. . Ο έπαινος αποτελεί σημαντική πηγή ενθάρρυνσης και παροτρύνει τα παιδιά να συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό καθώς τονώνεται η αυτοπεποίθησή τους.
Πρέπει να τονιστεί ότι η διαταραχή αυτή, σε καμία περίπτωση, δεν επηρεάζει τη νοητική ικανότητα, υπάρχει ωστόσο η πιθανότητα να συνυπάρχει το σύνδρομο αυτό με αυξημένη ή μειωμένη νοητική ικανότητα. Ίσως το άτομο να μη μπορεί να ξεπεράσει εντελώς τη διαταραχή αυτή, αλλά μπορεί σε μεγάλο βαθμό να την αντιμετωπίσει με τη βοήθεια των ειδικών και τη στήριξη της οικογένειας.
Βιβλιογραφία:
Μάρκου, Σπ. Ν. (1993). Δυσλεξία, αριστεροχειρία, κινητική αδεξιότητα, υπερκινητικότητα. Θεωρία, διάγνωση και αντιμετώπιση με ειδικές ασκήσεις. Ελληνικά Γράμματα, τ.81-91
Μιχελογιάννης, Ι., & Τζενάκη, Μ. (1998). Μαθησιακές Δυσκολίες. Γρηγόρη, τ. 139-152
Descoudres, A. (1985). Η αγωγή των καθυστερημένων παιδιών- Οι αρχές της και οι μέθοδοί της- Εφαρμογή σε όλα τα παιδιά. Δίπτυχο, τ. 119-120
Βάινας, Κ. (1998). Η ερώτηση ως μέσο αγωγής της σκέψης-Αποδεικτική απόπειρα με ιδιαίτερη έμφαση στη διδασκαλία του μαθήματος των μαθηματικών. Gutenberg, τ. 33, 13-14
Στασινός, Δημ. Π. (1993). Μαθησιακές δυσκολίες του παιδιού και του εφήβου, η εμπειρία της Ευρώπης. Gutenberg, τ. 73-77
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου