Πολλοί γονείς
ανησυχούν για το πώς η έκθεση στην τεχνολογία μπορεί να επηρεάσει τα μικρά παιδιά αναπτυξιακά. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας λαμβάνουν νέες κοινωνικές και
γνωστικές δεξιότητες με έναν εκπληκτικό ρυθμό, και δεν θέλουμε να περνάνε ώρες
κολλημένα σε ένα iPad που θα το εμποδίσει αυτό. Η εφηβεία είναι μια εξίσου σημαντική περίοδο ταχείας ανάπτυξης,
και πολύ λίγοι από μας στρέφουμε την προσοχή στο πώς η χρήση της τεχνολογίας
από τους εφήβους μας τους επηρεάζει. Στην πραγματικότητα,
οι ειδικοί ανησυχούν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κατακλυσμοί των
μηνυμάτων κειμένου που έχουν γίνει τόσο αναπόσπαστα της εφηβικής ζωής προάγουν
το άγχος και μειώνουν την αυτοεκτίμηση στους νέους ανθρώπους που τα
χρησιμοποιούν περισσότερο.
Οι έφηβοι είναι αυθεντίες στο να κρατούν
τους εαυτούς τους απασχολημένους κατά τις ώρες μετά το
σχολείο μέχρι να περάσει και η ώρα για ύπνο. Όταν δεν κάνουν τα μαθήματά τους
(και όταν τα κάνουν) είναι σε απευθείας σύνδεση (on-line) και στα τηλέφωνά
τους, ανταλλάσσοντας γραπτά μηνύματα, κάνοντας δημοσιεύσεις, κυλώντας πάνω-κάτω
την οθόνη…. Φυσικά, πριν να έχουν όλοι ένα λογαριασμό στο Facebook οι έφηβοι
κρατούσαν τους εαυτούς τους απασχολημένους, επίσης, αλλά ήταν πιο πιθανό να
κάνουν την κουβέντα τους στο τηλέφωνο ή πρόσωπο με πρόσωπο, ενώ σύχναζαν στο
εμπορικό κέντρο. Μπορεί να έμοιαζε πολύ άσκοπο να τριγυρίζουν, αλλά αυτό που
έκαναν ήταν να πειραματίζονται, δοκιμάζοντας δεξιότητες, επιτυγχάνοντας και αποτυγχάνοντας στα τρισεκατομμύρια των
μικροσκοπικών αλληλεπιδράσεωνπου τα παιδιά σήμερα χάνουν. Πρωτίστως,
οι σύγχρονοι έφηβοι μαθαίνουν να κάνουν το μεγαλύτερο μέρος της επικοινωνίας
τους, ενώ κοιτάζουν μια οθόνη, και όχι κάποιο άλλο άτομο.
«Ως είδος, είμαστε σε πολύ μεγάλο βαθμό
εναρμονισμένο με την ανάγνωση κοινωνικών νύξεων», λέει η Δρ. Catherine
Steiner – Adair, κλινική ψυχολόγος και συγγραφέας του “The Big Disconnect” (Η Μεγάλη Αποσύνδεση). «Δεν υπάρχει καμία
αμφιβολία ότι τα παιδιά χάνουν πολύ κρίσιμες κοινωνικές δεξιότητες. Κατά
κάποιον τρόπο, η ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων και η online επικοινωνία- δεν
δημιουργούν μια μη λεκτική μαθησιακή δυσκολία, αλλά θέτουν τους πάντες σε ένα
μη λεκτικό απενεργοποιημένο πλαίσιο, όπου η γλώσσα του σώματος, οι εκφράσεις
του προσώπου, και ακόμη και τα μικρότερα είδη των φωνητικών αντιδράσεων είναι
αόρατα.”
Σίγουρα αυτό δημιουργεί εμπόδιο στην
ξεκάθαρη επικοινωνία, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Το να μάθετε πώς να κάνετε φίλους είναι ένα σημαντικό μέρος της ωρίμασης,
και η φιλία απαιτεί ένα ορισμένο ποσοστό ανάληψης ρίσκου. Αυτό είναι αλήθεια
όταν κάνετε ένα νέο φίλο, αλλά είναι επίσης αλήθεια και για τη διατήρηση της
φιλίας. Όταν υπάρχουν προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, μεγάλα ή μικρά,
χρειάζεται θάρρος για να είστε ειλικρινείς για τα συναισθήματά σας και στη
συνέχεια για να ακούσετε τι έχει να πει το άλλο άτομο. Το να μάθετε να
διασχίζετε αποτελεσματικά αυτές τις γέφυρες είναι μέρος αυτού που κάνει τη
φιλία διασκεδαστική και συναρπαστική, αλλά και να είναι τρομακτική. “Μέρος της υγιούς αυτοεκτίμησης είναι να γνωρίζετε πώς να πείτε τι
σκέφτεστε και αισθάνεστε ακόμα και όταν είστε σε διαφωνία με άλλους ανθρώπους ή
όταν νιώθετε ότι αυτό είναι συναισθηματικά επισφαλές», σημειώνει η Δρ
Steiner – Adair.
Αλλά όταν η φιλία διεξάγεται σε
απευθείας σύνδεση (on-line) και μέσα από κείμενα, τα παιδιά το κάνουν αυτό σε
ένα πλαίσιο απογυμνωμένο από πολλές από τις πιο προσωπικές – και μερικές φορές
τρομακτικές – πτυχές της επικοινωνίας. Είναι πιο εύκολο να
κρατήσετε τις άμυνες σας όταν ανταλλάσσετε γραπτά μηνύματα, καθώς έτσι
διακινδυνεύονται λιγότερα. Δεν ακούτε ή βλέπετε την επίδραση που έχουν τα λόγια
σας στο άλλο άτομο. Επειδή η συζήτηση δεν συμβαίνει σε πραγματικό χρόνο, κάθε
πρόσωπο μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο για να σκεφτεί μια απάντηση. Δεν
είναι περίεργο που τα παιδιά λένε ότι το να καλείς κάποιον στο τηλέφωνο είναι
«πολύ έντονο» -απαιτεί πιο άμεση επικοινωνία, και αν δεν είστε συνηθισμένοι σε
αυτή μπορεί κάλλιστα να την αισθανθείτε τρομακτική.
Όσο περισσότερο υποβαθμίζουμε την
επικοινωνία μας με έμμεσους τρόπους, τόσο περισσότερο δημιουργούμε ευκαιρίες
ώστε τα παιδιά να είναι αγχωμένα σχετικά με το κύριο μέσο επικοινωνίας του
είδους μας – την ομιλία. Και φυσικά οι κοινωνικές διαπραγματεύσεις γίνονται
μόνο πιο επισφαλείς καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν και ξεκινούν να χειρίζονται
ρομαντικές σχέσεις και εργασία .
Διαδικτυακός
εκφοβισμός (Cyberbullying) και το σύνδρομο του απατεώνα
Φυσικά, ο άλλος μεγάλος κίνδυνος που προέρχεται από τα παιδιά που
επικοινωνούν με πιο έμμεσο τρόπο είναι ότι τους είναι ευκολότερο να είναι
σκληρά. “Τα παιδιά γράφουν στα μηνύματά
τους όλων των ειδών τα πράγματα που ποτέ δε θα σκεφτόσασταν να τα πείτε στο
πρόσωπο κανενός,” λέει η Δρ. Donna Wick, κλινική και αναπτυξιακή
ψυχολόγος. Επισημαίνει ότι αυτό φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αληθές για τα
κορίτσια, που συνήθως δεν θέλουν να διαφωνούν μεταξύ τους στην “πραγματική
ζωή”.
“Ελπίζετε να τα διδάξετε ότι μπορούν να
διαφωνούν χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη σχέση, αλλά αυτό που τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης τα διδάσκουν να κάνουν είναι να διαφωνούν με τρόπους που είναι πιο
ακραίοι και όντως θέτουν σε κίνδυνο τη σχέση. Είναι ακριβώς ό,τι δεν θέλετε να
έχει συμβεί,» λέει.
Η Δρ. Steiner – Adair συμφωνεί ότι τα κορίτσια
βρίσκονται ιδιαίτερα σε κίνδυνο. “Τα κορίτσια κοινωνικοποιούνται
περισσότερο με το να συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους άλλους ανθρώπους, με τα
κορίτσια ιδίως, ώστε να αναπτύξουν την ταυτότητά τους, και έτσι αυτό τα κάνει
πιο ευάλωτα στο μειονέκτημα όλου αυτού”. Προειδοποιεί ότι η έλλειψη στέρεας
αυτοεκτίμησης είναι αυτή που συχνά φταίει. «Ξεχνάμε ότι η σχεσιακή
επιθετικότητα προέρχεται από την ανασφάλεια και από το ότι αισθάνεστε απαίσια
για τον εαυτό σας, και από την επιθυμία σας να υποβαθμίσετε τους άλλους
ανθρώπους, έτσι ώστε να αισθανθείτε καλύτερα.”
Η αποδοχή των συνομηλίκων είναι μεγάλο
πράγμα για τους εφήβους, και πολλοί από αυτούς νοιάζονται για την εικόνα τους,
όσο ένας πολιτικός όταν κατεβαίνει για αξίωμα, και μπορεί να το
αισθάνονται ως εξίσου σοβαρό. Προσθέστε σε αυτό το γεγονός ότι τα παιδιά σήμερα
λαμβάνουν πραγματικά στοιχεία δημοσκόπησης για το πόσο αρέσουν αυτά ή η
εμφάνισή τους στους ανθρώπους μέσω πραγμάτων όπως τα “likes” (μου αρέσει) του
Facebook. Είναι αρκετό για να γυρίσει το κεφάλι του καθενός. Ποια δεν θα ήθελε
να κάνει τον εαυτό της να φαίνεται πιο κουλ, αν μπορούσε; Έτσι, τα παιδιά μπορεί
να περάσουν ώρες «κλαδεύοντας» τη διαδικτυακή ταυτότητά τους, προσπαθώντας να
προβάλλουν μια εξιδανικευμένη εικόνα. Τα κορίτσια ταξινομούν εκατοντάδες
φωτογραφίες, αγωνιώντας για το ποιες να αναρτήσουν στο Διαδίκτυο. Τα αγόρια
ανταγωνίζονται για την προσοχή προσπαθώντας να ξεπεράσουν το ένα το άλλο, στην
ήδη χωρίς αναστολές διαδικτυακή ατμόσφαιρα. Τα παιδιά στήνουν ενέδρα το ένα στο
άλλο.
Οι έφηβοι το έκαναν πάντα αυτό, αλλά με την έλευση των μέσων κοινωνικής
δικτύωσης βρίσκονται αντιμέτωποι με περισσότερες ευκαιρίες και περισσότερες
παγίδες – από ό, τι ποτέ πριν. Όταν τα παιδιά
κυλούν στις δημοσιεύσεις τους και βλέπουν πόσο υπέροχοι φαίνονται όλοι, αυτό
μόνο πίεση προσθέτει. Έχουμε συνηθίσει να ανησυχούμε για τα
ανέφικτα ιδανικά που τα μοντέλα των περιοδικών που έχουν υποστεί photoshop
δίνουν στα παιδιά μας, αλλά τι συμβαίνει με το παιδί της διπλανής πόρτας που
και αυτό έχει υποστεί photoshop; Ακόμη πιο μπερδεμένο θέμα, τι γίνεται όταν το
δικό σας προφίλ δεν αντιπροσωπεύει πραγματικά το άτομο που νιώθετε ότι είστε
εσωτερικά;
«Η εφηβεία και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας των 20, ιδίως, αποτελούν τα
έτη κατά τα οποία έχετε πλήρη επίγνωση των αντιθέσεων μεταξύ αυτού που φαίνεστε
ότι είστε και αυτού που νομίζετε ότι είστε, λέει η Δρ. Wick . «Είναι παρόμοιο
με το «σύνδρομο του απατεώνα» στην ψυχολογία. Καθώς μεγαλώνετε και αποκτάτε
μεγαλύτερη δεξιοτεχνία, αρχίζετε να συνειδητοποιείτε ότι όντως είστε καλοί σε
κάποια πράγματα, και τότε καλώς εχόντων των πραγμάτων νιώθετε αυτό το κενό
μικρό. Αλλά φανταστείτε ο βαθύτερος σκοτεινότερος φόβος σας να είναι ότι δεν
είστε τόσο καλοί όσο φαίνεστε και στη συνέχεια, φανταστείτε να χρειάζεται να
φαίνεστε καλοί όλη την ώρα! Είναι εξαντλητικό.»
Όπως εξηγεί η Δρ. Steiner – Adair , «Η αυτοεκτίμηση
προέρχεται από την εμπέδωση του ποιος είσαι. “Όσες περισσότερες
ταυτότητες έχετε, και όσο περισσότερο χρόνο περνάτε προσποιούμενοι ότι είστε
κάποιος που δεν είστε, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να αισθανθείτε καλά για τον
εαυτό σας.
Παρακολούθηση (και το
να σε αγνοούν)
Μια άλλη μεγάλη αλλαγή που έχει έρθει με τη νέα τεχνολογία και ιδιαίτερα με
τα έξυπνα τηλέφωνα (smart phones) είναι ότι ποτέ δεν
είμαστε πραγματικά μόνοι. Τα παιδιά ενημερώνουν την κατάστασή
τους, μοιράζονται αυτό που παρακολουθούν, ακούν και διαβάζουν, και έχουν
εφαρμογές με τις οποίες ενημερώνουν τους φίλους τους για τη συγκεκριμένη θέση
τους σε ένα χάρτη ανά πάσα στιγμή. Ακόμη και αν ένα άτομο δεν προσπαθεί να
κρατήσει τους φίλους του ενημερωμένους, και πάλι ένα μήνυμα κειμένου ποτέ δεν
είναι ανέφικτο. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα παιδιά
αισθάνονται υπερσυνδεδεμένα το ένα με το άλλο. Η συζήτηση δεν πρέπει ποτέ να σταματά, και μοιάζει σαν να συμβαίνει πάντα
κάτι νέο.
“Ό,τι και να πιστεύουμε για τις «σχέσεις» που διατηρούνται και σε ορισμένες
περιπτώσεις αρχίζουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα παιδιά δεν κάνουν ποτέ
ένα διάλειμμα από αυτές», σημειώνει η Δρ Wick .” Και αυτό, από μόνο του, μπορεί
να προκαλέσει άγχος. Ο καθένας χρειάζεται ένα διάλειμμα από τις απαιτήσεις της
οικειότητας και της σύνδεσης· χρόνο με τον εαυτό μας για να ανασυνταχθούμε, να
επαναφορτιστούμε και απλά να χαλαρώσουμε. Όταν δεν το
έχετε αυτό, είναι εύκολο να καταλήξετε συναισθηματικά εξαντλημένοι, γόνιμο
έδαφος ώστε να αναπαραχθεί άγχος.”
Είναι επίσης εκπληκτικά εύκολο να
αισθανθείς μοναξιά στη μέση όλης αυτής της υπερσύνδεσης. Πρωτίστως, τα παιδιά
τώρα γνωρίζουν με οδυνηρή βεβαιότητα πότε τα αγνοούν. Όλοι έχουμε τηλέφωνα και
όλοι απαντούμε σε πράγματα πολύ γρήγορα, έτσι όταν είστε σε αναμονή για μια
απάντηση που δεν έρχεται, η σιωπή μπορεί να είναι εκκωφαντική. Η σιωπηλή
αντιμετώπιση μπορεί να είναι μία στρατηγική προσβολή ή απλά η ατυχής
παρενέργεια μιας διαδικτυακής εφηβικής σχέσης που ξεκινά έντονα, αλλά στη
συνέχεια εξασθενίζει.
«Τον παλιό καιρό, όταν ένα αγόρι επρόκειτο να σε χωρίσει, έπρεπε να
συνομιλήσει μαζί σου. Ή τουλάχιστον έπρεπε να σου τηλεφωνήσει,” λέει η Δρ.
Wick.” Αυτές τις μέρες μπορεί απλά να εξαφανιστεί από την οθόνη σου, και δεν θα
μπορέσεις ποτέ να κάνεις τη συζήτηση «Τι έκανα;». Τα παιδιά συχνά
αφήνονται να φανταστούν το χειρότερο για τον εαυτό τους.
Αλλά ακόμα και όταν η συζήτηση δεν
τελειώνει, όντας σε μια διαρκή κατάσταση αναμονής μπορεί και αυτό ακόμα να
προκαλέσει άγχος. Μπορούμε να αισθανόμαστε ότι μας έχουν βάλει σε δεύτερη
μοίρα, βάζουμε άλλους εκεί πίσω, και η συνολική ανάγκη μας να επικοινωνούμε
μεταβιβάζεται ουσιαστικά εκεί, επίσης.
Τι πρέπει να κάνουν οι
γονείς;
Και οι δύο ειδικοί που πήραν μέρος στη συνέντευξη συμφώνησαν ότι το
καλύτερο πράγμα που μπορούν να κάνουν οι γονείς για να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους
που συνδέονται με την τεχνολογία είναι να
περιορίσουν τη δική τους την κατανάλωσή πρώτα. Είναι στο χέρι των
γονέων να δώσουν το καλό παράδειγμα για το πως είναι η υγιής χρήση του
υπολογιστή. Οι περισσότεροι από εμάς ελέγχουμε τα τηλέφωνά μας ή τα ηλεκτρονικά
μας ταχυδρομεία (e-mail) υπερβολικά, είτε από πραγματικό ενδιαφέρον ή από
νευρική συνήθεια. Τα παιδιά θα πρέπει να συνηθίσουν να βλέπουν τα πρόσωπά μας,
όχι τα κεφάλια μας σκυμμένα σε μια οθόνη.
Καθιερώστε ζώνες χωρίς τεχνολογία στο
σπίτι και ώρες χωρίς τεχνολογία, στις οποίες κανείς δεν θα χρησιμοποιεί το
τηλέφωνο, συμπεριλαμβανομένων της μαμάς και του μπαμπά. “Μην μπαίνετε στο σπίτι μετά τη δουλειά όντας στη μέση μιας συνομιλίας,”
συμβουλεύει η Δρ. Steiner – Adair. “Μην μπαίνετε στο σπίτι μετά τη δουλειά,
λέτε «γεια» γρήγορα, και στη συνέχεια «απλά ελέγχετε το ηλεκτρονικό σας
ταχυδρομείο (email)». Το πρωί, σηκωθείτε μισή ώρα νωρίτερα από ό, τι τα παιδιά
σας και ελέγξετε τότε το email σας. Δώστε τους την πλήρη προσοχή σας μέχρι να
βγουν έξω από το σπίτι. Και κανένας από εσάς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί τα
κινητά στο αυτοκίνητο προς ή από το σχολείο, γιατί αυτή είναι μία σημαντική
στιγμή για να συνομιλήσετε.”
Ο περιορισμός της ποσότητας του χρόνου
που ξοδεύετε συνδεδεμένοι με τους υπολογιστές παρέχει ένα υγιές αντιστάθμισμα
σ’ έναν κόσμο που έχει εμμονή με την τεχνολογία, επίσης ενισχύει το δεσμό
γονέα-παιδιού και κάνει τα παιδιά να αισθάνονται πιο ασφαλή. Τα παιδιά πρέπει
να γνωρίζουν ότι είστε διαθέσιμοι για να τους βοηθήσετε με τα προβλήματά τους,
να μιλήσουν για την ημέρα τους, ή να τους δώσετε τα πραγματικά δεδομένα.
«Είναι οι μικρές στιγμές αποσύνδεσης,
όταν οι γονείς εστιάζουν υπερβολικά στις δικές τους συσκευές και οθόνες, που
αμβλύνουν την σχέση γονέα-παιδιού,» προειδοποιεί η Δρ.
Steiner – Adair. Και όταν τα παιδιά αρχίζουν να στρέφονται προς το Διαδίκτυο
για βοήθεια ή για να επεξεργαστούν ό,τι συνέβη κατά τη διάρκεια της ημέρας,
μπορεί να μην σας αρέσει αυτό που συμβαίνει. “Η τεχνολογία μπορεί να δώσει στα
παιδιά σας περισσότερες πληροφορίες από όσες μπορείτε εσείς, και δεν έχει τις
δικές σας αξίες», επισημαίνει η Δρ. Steiner – Adair. “Δεν θα είναι ευαίσθητη με
την προσωπικότητα του παιδιού σας, και δεν θα απαντήσει στην ερώτησή του με
έναν αναπτυξιακά κατάλληλο τρόπο.”
Επιπλέον, η Δρ. Wick συμβουλεύει να
καθυστερείτε την ηλικία της πρώτης χρήσης όσο το δυνατόν περισσότερο. “Χρησιμοποιώ εδώ την ίδια συμβουλή που χρησιμοποιώ όταν μιλάμε για τα
παιδιά και το αλκοόλ – προσπαθήστε να φτάσετε όσο πιο μακριά γίνεται χρονικά
άνευ αυτού εντελώς. “Εάν το παιδί σας είναι στο Facebook, η Δρ. Wick λέει ότι
θα πρέπει να είστε φίλος του παιδιού σας και να παρακολουθείτε τη σελίδα του.
Αλλά συμβουλεύει να μην διαβάζουμε τα μηνύματα κειμένου, εκτός αν υπάρχει λόγος
ανησυχίας. “Αν έχετε ένα λόγο για να ανησυχείτε, τότε εντάξει, αλλά φροντίστε
να είναι πραγματικά ένας καλός λόγος. Βλέπω γονείς οι οποίοι απλά εφαρμόζουν
την οπισθοδρομική τακτική της κατασκοπείας στα παιδιά τους. Οι γονείς θα πρέπει
να αρχίσουν από το να εμπιστεύονται τα παιδιά τους. Το να μην δίνεις στο παιδί
σου ούτε το πλεονέκτημα της αμφιβολίας είναι εξαιρετικά επιζήμιο για τη σχέση.
Θα πρέπει να αισθάνεσαι ότι οι γονείς σου πιστεύουν ότι είσαι καλό παιδί . ”
Εκτός σύνδεσης, η συμβουλή-χρυσός
κανόνας για να βοηθήσετε τα παιδιά να χτίσουν υγιή αυτοεκτίμηση είναι να τα
κάνετε να ασχολούνται με κάτι που τα ενδιαφέρει. Θα μπορούσε να είναι σπορ ή
μουσική ή αποσυναρμολόγηση υπολογιστών ή εθελοντισμός – οτιδήποτε προκαλεί
ενδιαφέρον και τους δίνει αυτοπεποίθηση. Όταν τα παιδιά μαθαίνουν να
αισθάνονται καλά για το τι μπορούν να κάνουν αντί για το πώς φαίνονται και τι
έχουν, είναι πιο ευτυχισμένα και καλύτερα προετοιμασμένα για την επιτυχία στην
πραγματική ζωή. Το ότι οι περισσότερες από αυτές τις δραστηριότητες
περιλαμβάνουν επίσης να περνούν χρόνο αλληλεπιδρώντας πρόσωπο με πρόσωπο με
συνομηλίκους είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα.
Πηγή: childmind.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου