15/09/2014
Εν μέσω της
κρισιολογίας της εποχής μας, καθόλου άμοιρη των ευθυνών της, η παιδεία του
ελληνικού λαού αναζητάει επιτακτικά να βρει τηνταυτότητά της…
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα
παρουσιάζει μια σειρά από κραυγαλέες ιδιαιτερότητες, «τυπικά» δημοκρατικά από
το ξεκίνημά του (1834), χωρίς φραγμούς που να εμποδίζουν το πέρασμα των μαθητών
από βαθμίδα σε βαθμίδα, καθώς παρείχε επί 100 χρόνια, δωρεάν εκπαίδευση.
Παρουσίαζε από τη μια μεριά «υπερεκπαίδευση» μιας σημαντικής μερίδας του
πληθυσμού, με εξαιρετικά ποσοστά πρόσβασης στη μέση και ανώτατη παιδεία και,
από την άλλη, υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, παρά τις
αλλεπάλληλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έλαβαν χώρα, το χάσμα μεταξύ του
λαού και της ολιγαρχικής «μορφωμένης κορυφής» διατηρείται. Το σχολείο, όχι μόνο
δεν καταπολεμά τις κοινωνικές αδικίες αλλά απεναντίας τις ενισχύει και τις
συντηρεί. Έτσι, η πορεία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα έχει
παρομοιαστεί με την κατάρα του Σίσυφου- μια αδιάκοπη, κοπιώδης και ανολοκλήρωτη
προσπάθεια.
Τα αίτια θα πρέπει να αναζητηθούν τόσο
σε ενδογενείς- ενδοσυστημικούς παράγοντες όσο σε εξωγενείς- εξωσυστηματικούς,
που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την εκπαίδευση. Ο συγκριτολόγος της εκπαίδευσης
Sadler διαπιστώνει εξάλλου, πως αυτό που συμβαίνει έξω με την εκπαίδευση, έχει
μεγαλύτερη σημασία από αυτό που συμβαίνει στο εσωτερικό της και που σε μεγάλο
βαθμό το προσδιορίζει.
Το συγκεντρωτικό αυταρχικό-
γραφειοκρατικό ελληνικό κράτος, διατελώντας υπό τον ασφυκτικό κλοιό
συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων με ευδιάκριτες εξαρτήσεις από « προστάτιδες
δυνάμεις», που θεωρούσαν την εκπαίδευση το σημαντικότερο μηχανισμό ελέγχου, και
ακολουθώντας το παράδειγμά της, βάζει το ίδιο φραγμούς στην προώθηση
ουσιαστικών εκπαιδευτικών αλλαγών.
Οι σχεδιαστές της εκπαιδευτικής
πολιτικής τονίζουν την ανάγκη προσαρμογής του ελληνικού εκπαιδευτικού
συστήματος στις ανάγκες της διαμορφούμενης ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής και
διεθνούς αγοράς. Το οικονομικό υποσύστημα στο όνομα της κοινωνικο-οικονομικής
ανάπτυξης της χώρας και στο πλαίσιο του τεχνοκρατικού-οικονομικού μοντέλου
ανάπτυξης που υιοθετήθηκε, θεωρείται κυρίαρχο. Τα άλλα υποσυστήματα, όπως η
εκπαίδευση, που θεωρείται κλειδί που ανοίγει την πόρτα του εκσυγχρονισμού,
οφείλουν να προσαρμοστούν και να υπηρετήσουν τις ανάγκες του κυρίαρχου
οικονομικού συστήματος.
Το σχολείο αποκτά χαρακτηριστικά της
ελεύθερης αγοράς, όπως ανταγωνιστικότητα, άμιλλα, απορρίψεις, ιεραρχικές δομές
κλπ . Οι κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις του, που αναφέρονται στην ισότητα
ευκαιριών, στους δημοκρατικούς θεσμούς συμμετοχής και αποκέντρωσης κλπ.
μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Μάλιστα, η έμφαση που δίνει η σημερινή εκπαιδευτική
πολιτική στη διάσταση «οικονομική αποτελεσματικότητα», είναι ακόμα μεγαλύτερη
στην Ελλάδα απ’ ό,τι για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξαιτίας της οικονομικής
καθυστέρησης και της εξάρτησής της από διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς.
Οι συνέπειες χαρακτηρίζονται τραγικές,
μη αναστρέψιμες θα λέγαμε : όπως η αγορά απολύει τους μη παραγωγικούς, έτσι και
η εκπαίδευση αποβάλλει τη «σαβούρα» της, τους «κακούς» μαθητές. Για το σκοπό
αυτόν, ενισχύεται ο αναπαραγωγικός εκπαιδευτικός ρόλος του σχολείου, μέσα από
το συγκεντρωτισμό στη διοίκηση και οργάνωση της εκπαίδευσης, την επιβολή
αναχρονιστικών-εκπαιδευτικών εξεταστικών μηχανισμών, τον κεντρικό έλεγχο του
περιεχομένου της μάθησης, της επιμόρφωσης του διδακτικού προσωπικού. Ακόμα
επιστρέφουν οι λογικές της «τυπικής ισότητας» ( η εκπαίδευση είναι ανοιχτή για
όλους ), της απόδοσης των ανισοτήτων σε φυσικά αίτια, της δήθεν ελευθερίας με
τη διασφάλιση της δυνατότητας επιλογής διαφορετικών τύπων σχολείων από τους
γονείς κλπ. Η δυνατότητα αυτή παρουσιάζεται ως «δημοκρατικό άνοιγμα» της
εκπαίδευσης ενώ στην πράξη η αξιοποίηση αυτής της «ελευθερίας» είναι προφανώς
συνάρτηση της οικονομικής αντοχής των γονέων ή της έκτασης της φαντασιοπληξίας
τους.
Στο πλαίσιο αυτό, αναβιώνει η
φιλελεύθερη πίστη στην εκπαίδευση, στην οποία προσδίδονται υπερφυσικές
δυνατότητες, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ, θεωρείται το μέσον για την αντιμετώπιση
όλων των κοινωνικών και οικονομικών δεινών. Οι προσδοκίες για την υπέρβαση της
βαθιάς κοινωνικο-οικονομικής κρίσης μεταφέρεται στο πεδίο του σχολείου, το
οποίο δέχεται τα πυρά. Βομβαρδίζεται με απαιτήσεις, «ενοχοποιείται» για κάθε
κακό.
Επαναλαμβάνεται έτσι το λάθος, η
κοινωνικό-οικονομική κρίση να ερμηνεύεται ως σχολειοκεντρική και όχι ως
κοινωνικοκεντρική με αντανάκλαση στην εκπαίδευση, ως κρίση στις σχέσεις του σχολείου-κοινωνίας.
Τα υπαρκτά προβλήματα του σχολείου δραματοποιούνται ακόμα περισσότερο, οι
σκληρές κριτικές δίνουν και παίρνουν, το σχολείο κατηγορείται για την πτώση του
επιπέδου σπουδών ( ένοχη κυρίως η μαζικοποίηση της εκπαίδευσης), για έλλειψη
πειθαρχίας, αυστηρότητας, ανταγωνιστικών εξετάσεων, για παραμέληση προικισμένων
παιδιών κλπ ), και όλα αυτά σε μια προσπάθεια να επηρεασθεί η κοινή γνώμη, έτσι
ώστε κάθε νέο μεταρρυθμιστικό επεισόδιο να παρουσιαστεί ως «κοινωνική
συναίνεση», να μην παρεμποδιστεί και να ντυθεί τεχνιέντως τον μανδύα των
«σωτήριων μέτρων».
Η διάβρωση του κοινωνικού ιστού , ο
απομονωτισμός, ο ατομισμός και η ιδιώτευση είναι , συνεπώς, σημεία των καιρών
και το σχολείο, μέσα σε αυτή την αρένα των κοινωνικών συγκρούσεων που
αντανακλώνται και σε πολιτικό επίπεδο, καλείται να περισώσει ό,τι μπορεί. Μήπως
τελικά, δε θα έπρεπε να επικεντρώνεται μόνο στη μεταβίβαση γνώσης στη νέα
γενιά, αλλά να επιδιώκει την ανασυγκρότηση και τον εκδημοκρατισμό της
κοινωνίας, με ιδιαίτερη έμφαση στον «σκεπτόμενο δημοκρατικό πολίτη»;
Για τοetsimathainw.gr γράφει η Αγγελική Κυριακοπούλου
Πηγή: http://www.ipaideia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου